Μύθοι-Θρύλοι-Παραδόσεις
της Κύπρου
Εσµέν Έλληνες το γένος,
ως η τε φωνή και η πάτριος
παιδεία µαρτυρεί»
Πλήθων Γεµιστός, 1360-1452, Έλληνας φιλόσοφος
Οι µύθοι, θρύλοι και οι παραδόσεις ενός λαού είναι σηµαντικά στοιχεία της πολιτιστικής του κληρονοµιάς. Αφ’ ενός αποτελούν το «όχηµα», µέσω του οποίου διαδίδεται ο πολιτισµός από τόπο σε τόπο και από γενιά σε γενιά και αφ’ ετέρου συντελούν στη διατήρηση της εθνικής του ταυτότητας.
Αρχαία χρόνια
Η Αφροδίτη
Ο κυπριακός λαός µέσα από τους µύθους, θρύλους και τις παραδόσεις του διατήρησε την ιστορική του µνήµη και την συνείδηση της ελληνικής καταγωγής του, µολονότι το νησί έγινε στόχος πολλών κατακτητών που ορέγονταν τον πλούτο του.
Καταρχήν το όνοµα Κύπρος επεκράτησε από τους Έλληνες στην εποχή του Οµήρου και συναντάται τόσο στην Ιλιάδα όσο και στην Οδύσσεια. Προηγουµένως το νησί ήταν γνωστό µε πολλές άλλες ονοµασίες όπως Αλάσια.
Η Κύπρος από τα αρχαία χρόνια είναι γνωστή σαν το νησί της Αφροδίτης. Σύµφωνα µε την ελληνική µυθολογία η Θεά γεννήθηκε, όπως δηλώνει και το όνοµά της στις ακτές της Πάφου κοντά στην Πέτρα του Ρωµιού, όταν ο Κρόνος απέκοψε τα γεννητικά όργανα του πατέρα του Ουρανού και τα πέταξε στη θάλασσα. Μετά οδηγήθηκε στον Όλυµπο από τον Πόθο και τον Έρωτα, όπου πήρε τη θέση της.
Οι Θεοί εξ αιτίας της οµορφιά της, την πάντρεψαν µε τον κουτσό Θεό Ήφαιστο. Αυτός για γαµήλιο δώρο της πρόσφερε χρυσά παλάτια, περιφραγµένα µε ένα χρυσό φράχτη µέσα σε ένα κοµµάτι γης που λεγόταν, «Λουτρά της Αφροδίτης» και βρισκόταν στην Πάφο.
Εκεί επίσης κατέφυγε η Θεά για να καλλωπιστεί, όταν ο Ήφαιστος την παγίδευσε και τη συνέλαβε µε δίκτυ να τον απατά µε το Θεό Άρη.
Η Αφροδίτη ακόµα συνδέεται µε τον Τρωϊκό πόλεµο, αφού ο Πάρης της έδωσε το µήλο της Έριδος και αυτή, για να τον ανταµείψει, τον οδήγησε στην Σπάρτη για να πάρει την Ελένη. Η Αφροδίτη µαζί µε την Πειθώ και τον Έρωτα µάγεψαν την Ελένη που πιστεύοντας ότι είναι ο Μενέλαος, τον ακολούθησε. Στο ταξίδι τους όµως, όπως αφηγείται ο µύθος, από µια τρικυµία το καράβι τους εξώκειλε στην Κύπρο.
Στο βασιλιά της Κύπρου Κυνήρα, απευθύνθηκε και ο Αγαµέµνονας και έστειλε τον Μενέλαο, τον Οδυσσέα και τον Ταλθύβιο για να τον πείσουν να πάρει µέρος στον Τρωϊκό Πόλεµο. Ο Κινύρας ανταποκρίθηκε στέλλοντας ένα καράβι και ένα µεγαλοπρεπή θώρακα δώρο στο βασιλιά Αγαµέµνονα.
Στην Αµαθούντα της Κύπρου, σύµφωνα µε το µύθο, ζούσε ένας γλύπτης, ο Πυγµαλίωνας, που όµως δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τις γυναίκες. Η Αφροδίτη παίρνοντας τη µορφή της οµορφότερης γυναίκας τού παρουσιάστηκε στον ύπνο. Όταν ξύπνησε ο Πυγµαλίωνας σκάλισε το άγαλµα της γυναίκας που είδε στο όνειρό του και το ερωτεύτηκε. Στη γιορτή της Αφροδίτης, την παρακάλεσε να δώσει στο άγαλµά του ζωή. Η θεά πραγµατοποίησε την ευχή του και ο Πυγµαλίωνας ονόµασε τη γυναίκα αυτή Γαλάτεια, τη νυµφεύτηκε και µαζί απέκτησαν µιαν κόρη την Πάφο.
Ο νεαρός κυνηγός, ο Άδωνης, ήταν εραστής της Αφροδίτης, όπως και ο θεός Άρης. Από τη ζήλεια του ο Άρης µεταµορφώθηκε σε αγριογούρουνο και σκότωνε τους κατοίκους της Πάφου. Ο Άδωνης για να γλιτώσει τους συµπατριώτες του, προσπάθησε να σκοτώσει αυτό το κτήνος. Ο Άρης όµως τον τραυµάτισε και τον άφησε να πεθάνει αβοήθητο. Από το αίµα του και το νέκταρ που έχυσε στη γη η Αφροδίτη δηµιουργήθηκαν οι κόκκινες ανεµώνες. Η Αφροδίτη θλιµµένη ζήτησε από το Δία να τον φέρει από τον Κάτω Κόσµο. Επειδή όµως τον είχε ερωτευτεί και η Περσεφόνη ο Δίας αποφάσισε τέσσερις µήνες το χρόνο ο Άδωνης να ζει µε την Αφροδίτη και τέσσερις µήνες µε την Περσεφόνη στον Κάτω Κόσµο και άφησε τον Άδωνη να µοιράσει τον υπόλοιπο χρόνο του µεταξύ των δύο θεών. Αυτός τότε επέλεξε να ζει 4 µήνες µε την Περσεφόνη και 8 µήνες µε την Αφροδίτη.
Ωστόσο στην Πάφο προς τιµή του Άδωνη τελούνταν κάθε χρόνο διήµερες γιορτές τα «Αδώνεια», στις 25 και 26 Μαρτίου που αναπαριστούσαν το θάνατο και την ανάστασή του.
Οδύσσεια στίχοι: δ 83, θ 363, ρ 442,448.
Ιλιάδα Λ21,Ε330 422,458,768,873.
Θεογονία του Ησίοδου.
Κατά την Ιλιάδα του Οµήρου ήταν κόρη του Δία και της Διώνης. Ο Πλάτωνας στο «Συµπόσιο» αναφέρει ότι και οι δύο αφηγήσεις είναι έγκυρες, καθώς αναφέρονται στη γέννηση διαφορετικών οντοτήτων, της Ουράνιας και της Πανδήµου Αφροδίτης.
Ιλιάδα Ραψωδία Θ΄, στίχοι 321-328, 396-438.
Βυζαντινά χρόνια
Ο Διγενής Ακρίτας
Εάν ο κυπριακός λαός διατήρησε ζωντανούς τους µύθους που τον συνδέουν µε την οµορφιά των αρχαίων Ελλήνων προγόνων του, στα βυζαντινά χρόνια επέλεξε να εκφραστεί µέσα από τα ηρωϊκά κατορθώµατα του αντριωµένου Διγενή Ακρίτα. Άπειροι θρύλοι, µύθοι, παραδόσεις και δηµοτικά τραγούδια εξυµνούν τη δύναµη του µυθικού πρωτοπαλίκαρου της βυζαντινής ακριτικής εποποιίας.
Από την Καππαδοκία ως τα νησιά του Ιονίου, από τη Μακεδονία ως την Κρήτη και την Κύπρο αφηγούνται τους άθλους του Διγενή Ακρίτα. Ο λαός επηρεασµένος από την πλούσια αρχαία ελληνική µυθολογία συγκέντρωσε στο πρόσωπό του τα χαρακτηριστικά, του νεαρού ήρωα, Αχιλλέα, του δυνατού Ηρακλή και του ένδοξου Μέγα Αλέξανδρου. Στο πρόσωπό του εκφράζονται οι πόθοι και τα ιδεώδη του ελληνικού έθνους, «διότι εν αυτώ συµβολίζεται η µακραίωνη και άληκτος πάλη του ελληνικού προς το µουσουλµανικό κόσµο».
Οι Ακρίτες, ατρόµητοι µαχητές, τοποθετούνταν από τους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες σαν φρουροί στις «άκρες», στα σύνορα δηλαδή της αυτοκρατορίας, µε σκοπό να τα προστατεύσουν από τις βαρβαρικές επιδροµές των Σαρακηνών, Αράβων, Απελατών, Τούρκων. Όταν δεν πολεµούσαν, γυµνάζονταν, για να είναι σε ετοιµότητα και βοηθούσαν στην οχύρωση των ακριτικών πόλεων.Οι αυτοκράτορες για την προσφορά τους, τούς παραχωρούσαν πολλά προνόµια και µεγάλες εκτάσεις γης για καλλιέργεια. Οι Ακρίτες στη λαϊκή φαντασία αποκτούν υπερφυσικές ικανότητες. Ανάµεσα στα αθλήµατα, µε τα οποία γυµνάζονταν, ήταν το «διτζίµιν». Ο Διγενής Ακρίτας, νικά ακόµα και το Χάρο, ο οποίος µόνο µε «χωσιά»9 θα πληγώσει θανάσιµα τον Διγενή και θα τον οδηγήσει στον Κάτω Κόσµο. Αποτελούν τα αιώνια σύµβολα της αδάµαστης ελληνικής ψυχής που αγωνίζεται για την ελευθερία του ελληνικού έθνους. Ανυψώνουν το ηθικό του λαού και τονώνουν την εθνική ενότητα των Ελλήνων.
Στην Κύπρο, για να αντιµετωπίσουν οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες τις επιδροµές των Σαρακηνών, έστειλαν Έλληνες ηρωϊκούς πολέµαρχους από τον Ταύρο της Μ. Ασίας να προστατεύσουν το νησί.
Σύµφωνα µε την παράδοση οι Ακρίτες αυτοί µετέφεραν το σκήνωµα του Αγίου Μάµα από την Παφλαγονία, στη Μόρφου της Κύπρου, όπου χτίστηκε εκκλησία και φυλάσσεται το σκήνωµά του.
Ο Διγενής Ακρίτας κάποτε, κυνηγώντας ένα Σαρακηνό που του ξέφυγε για να σωθεί στην Κύπρο και από εκεί στη Συρία, έφτασε στην Κερύνεια. Δεν µπορούσε όµως να προχωρήσει, γιατί µπροστά του υπήρχε ένα βουνό µαλακό σαν ζυµάρι. Βάζοντας δύναµη άπλωσε το χέρι του στην κορυφή του βουνού και πηδάει από την Κερύνεια στην Κυθρέα. Το βουνό πέτρωσε και άφησε το αποτύπωµά του και ονοµάστηκε έτσι το βουνό Πενταδάκτυλος. Μετά ξερίζωσε ένα βράχο και τον έριξε, για να σκοτώσει το Σαρακηνό, αλλά απέτυχε, γιατί τον σταµάτησε µε µια φωνή που του έβαλε η µάνα του, ή κατά άλλους η γυναίκα του. Η πέτρα έπεσε σύµφωνα µε την παράδοση σε ένα χωριό κοντά στην Κυθρέα που ονοµάζεται Πέτρα του Διγενή. Υπάρχει και η εκδοχή ότι η πέτρα που έριξε έπεσε στη θάλασσα κοντά στην Πάφο και ονοµάζεται µέχρι σήµερα Πέτρα του Ρωµιού.
«Περί του εθνικού έπους των νεωτέρων Ελλήνων». Ν.Γ.Πολίτη
Σαρακηνοί: ο όρος είναι ελληνικός και προέρχεται από την αραβική που σηµαίνει «Ανατολίτες». Αρχικά δήλωνε τους νοµάδες του Σινά και µετά όλους τους Άραβες.
Άραβες: νοµαδικοί-ηµινοµαδικοί σηµιτικοί λαοί της αραβικής χερσονήσου και του δυτικού τµήµατος της Μέσης Ανατολής.
Απελάτες: άτακτος πολεµιστής, συνήθ. αραβικής καταγωγής, που δρούσε στα ανατολικά σύνορα του βυζαντινού κράτους.
[λόγ. < ελνστ. ἀπελάτης (<ἀπελαύνω) που οδηγεί µακριά, κλέφτης αγελάδων (η σηµερ. σηµ. µσν.)]
Τούρκοι: κύρια πληθυσµιακή οµάδα του σηµερινού τουρκικού κράτους.
Σελτζούκοι που ίδρυσε τη Σελτζουκική αυτοκρατορία.
Οθωµανοί το τουρκικό φύλο το οποίο ίδρυσε την Οθωµανική αυτοκρατορία και, κατ’ επέκταση, οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας αυτής πριν την ίδρυση του σύγχρονου τουρκικού κράτους.
τουρκικά φύλα γενικώς.
διτζίµιν: ένα άθληµα που ο αθλητής πρέπει να σηκώσει ένα τεράστιο ογκόλιθο και να τον ρίξει µακριά. Αποτελεί και σήµερα ένα αγαπηµένο παιγνίδι των Κυπρίων σε γιορτές και πανηγύρια.
χωσιά: πονηριά, ψευτιά
σκήνωµα: το λείψανο του Αγίου.
Αθηνά Ταρσούλη: Ένας λαϊκός θρύλος για την Κύπρο.
Λατινοκρατία
Η Ρήγαινα
Με τον Διγενή Ακρίτα συνδέεται ένα άλλο πρόσωπο της µεαιωνικής λαϊκής παράδοσης της Κύπρου, η Ρήγαινα. Η Ρήγαινα είναι ένα µυστηριώδες πρόσωπο που η παρουσία της σχετίζεται µε αρχαία και µεσαιωνικά οικοδοµήµατα, µε σπηλιές, εκκλησίες, βουνά, κάµπους, κρυµµένους αµύθητους θησαυρούς, σε όλη την Κύπρο. Είναι πλούσια, πανέµορφη, περήφανη, άλλοτε καλόκαρδη, άλλοτε σκληρή και µαχητική. Κάστρα, πύργοι, φρούρια, αλλά και ολόκληρα χωριά ανήκουν στην Ρήγαινα.
Το φρούριο του Κολοσσιού ανήκε στην Ρήγαινα. Όταν ο Ρήγας της έταξε να της χαρίσει, όση έκταση θα µπορούσε να βλέπει, τότε αυτή έκτισε έναν ψηλό πύργο, από όπου έβλεπε όλη την περιοχή γύρω.
Σε µερικές κορφές βουνών, λέγεται ότι είχε το θρονί της και γι’ αυτό την αντιπαραβάλλουν µε το θρονίν της Παναγίας του Κύκκου.
Στο χωριό Κυρά υπήρχε δεξαµενή, όπου λουζόταν η Ρήγαινα και πήγαινε βαρκάδα. Το όνοµα του χωριού Κυρά οφείλεται στην Ρήγαινα, αλλά σχετίζεται και ταυτίζεται και µε το Μοναστήρι της Παναγίας της Κυράς που υπήρχε στην περιοχή.
Ο Πύργος της Ρήγαινας στην κορυφή του Ακάµα, θεωρείται, ότι ήταν παλιά µοναστήρι. Οι Σµιγιές µια εξαιρετικού κάλλους τοποθεσία του Ακάµα, ήταν µέρος που έσµιγαν η Ρήγαινα και ο Διγενής. Υπενθυµίζει τη σχέση της Αφροδίτης και του Ακάµα και ίσως γίνεται µια ταύτιση της µεσαιωνικής βασίλισσας µε τη Θεά.
Κάποτε ο Διγενής αγάπησε την Ρήγαινα και ήθελε να την παντρευτεί. Αυτή του υποσχέθηκε να τον παντρευτεί, αν κτίσει ένα µεγάλο αυλάκι για τη µεταφορά του νερού στα κτήµατά της. Αφού ο Διγενής πραγµατοποίησε την επιθυµία της, αυτή δεν τήρησε την υπόσχεσή της και επειδή φοβήθηκε την οργή του Διγενή, µπήκε σε µια βάρκα, για να φύγει. Ο Διγενής τότε έριξε µια πέτρα που έπεσε στη θάλασσα και λέγεται «νησί του Διγενή». Μια παραλλαγή του µύθου αναφέρει ότι ο βράχος έπεσε µπροστά στο σπίτι της Ρήγαινας, στο Χλώρακα και η Ρήγαινα εκσφενδόνισε τη βελόνα της από γρανίτη εναντίον του που έπεσε στο Μούταλο.
Στην Ρήγαινα ανήκουν και τα κάστρα του Πενταδάκτυλου, του Αγίου Ιλαρίωνα, του Βουφαβέντο, της Καντάρας. Το κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα είναι γνωστό και σαν κάστρο του Έρωτα. Στην αρχαιότητα ονοµαζόταν Δίδυµον όρος και εκεί, σύµφωνα µε την παράδοση, υπήρχε ιερό της Αφροδίτης. Αργότερα χτίστηκε και βυζαντινή εκκλησία και οχυρό. Από παραφθορά του αρχικού ονόµατος τους όρους, Δίδυµο, από τους Φράγκους ονοµάτηκε και φρούριο του Έρωτα (dieu d’ amour). Χτίστηκε µε αγγαρεία από ανθρώπους που στέκονταν σειρά µεταφέροντας τα υλικά χέρι µε χέρι. Η άσπλαχνη Ρήγαινα, αφού τέλειωσε το κάστρο, άλλους εργάτες γκρέµισε από το κάστρο και άλλους έχτισε µέσα στους τοίχους, για να µην προδώσουν τα µυστικά του κάστρου. Η ίδια παράδοση αναφέρεται και για τα άλλα κάστρα του Πενταδάκτυλου.
Για το πάρσιµο του κάστρου υπάρχουν δύο παραδόσεις. Οι εχθροί πολιόρκησαν το κάστρο και η Ρήγαινα δεν µπορούσε να διαφύγει. Μια µέρα που στεκόταν πάνω σε ένα βράχο και έγνεθε µε το αδράχτι της, το οποίο έριχνε ως τα βάθη του γκρεµού, άκουσε να φωνάζουν οι δούλες της ότι µπήκαν στο κάστρο οι εχθροί και τότε, για να µην πέσει στα χέρια των εχθρών, πήδησε και χάθηκε στο κενό. Σύµφωνα µε την άλλη παράδοση το κάστρο ήταν απόρθητο, γι’ αυτό οι εχθροί το κατέλαβαν µε δόλο. Έκαναν ότι έφυγαν και µετεµφίεσαν ένα άνδρα σε ετοιµόγενη γυναίκα που ζήτησε βοήθεια και όταν της άνοιξαν µπήκαν στο κάστρο οι εχθροί και το κατέλαβαν.
Το κάστρο της Ρήγαινας στο Βουφαβέντο ονοµαζόταν «τα σπίτια της Ρήγαινας», γιατί σύµφωνα µε την παράδοση είχε 101 δωµάτια. Σε ένα από αυτά ήταν κρυµµένος ο θησαυρός της Ρήγαινας. Η πόρτα του, σύµφωνα µε το θρύλο, ανοίγει κάθε χρόνο την Λαµπρή12 και για όσο διαρκεί ο Καλός Λόγος13. Όποιος προλάβει µπορεί να µπεί µέσα και να τον δει, αλλά και να τον πάρει. Κάποτε λοιπόν, ένας βοσκός, ο Παναής, το επεχείρησε, αλλά δεν πρόλαβε να βγει έξω και τότε κλείστηκε µέσα µαζί µε το θησαυρό, όπου έµεινε µέχρι το επόµενο Πάσχα, όταν άνοιξε και πάλι η πόρτα.
Το μοναστήρι του Αγίου Χρυσοστόµου, σύµφωνα µε την παράδοση, σχετίζεται µε την Βενετή Ρήγαινα, Μαρία Ντε Μολίνο. Αυτή έπασχε από λέπρα που µετέδωσε και στο σκυλάκι της. Όταν το είδε να θεραπεύεται από κάποια πηγή κοντά στο κάστρο, λούστηκε και αυτή και έγειανε. Εκεί, µετά από εµφάνιση του Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστοµου, έκτισε το µοναστήρι του.
Ακόµα η Ρήγαινα είχε τη λίγκρα της και τα λιγκριά της που σε καιρό ειρήνης έπαιζε µε αυτά και σε καιρό πολέµου τα χρησιµοποιούσε σαν όπλα. Όταν οι εχθροί πολιόρκησαν το κάστρο, το υπαρασπίστηκε µε τα όπλα της αυτά. Αλλά από νευρικότητα χτύπησε µε δύναµη το λιγκρί πάνω στη λίγκρα, ώστε και τα δύο ξέφυγαν και έπεσαν στην πόρτα της Κερύνειας στη Λευκωσία. Αφού έχασε τα όπλα της, δεν παραδόθηκε στους εχθρούς, αλλά έπεσε από το κάστρο της και χάθηκε στο κενό.
Στο κάστρο της Καντάρας υπάρχει ένας µεγάλος βράχος µε το όνοµα το «θρονίν», εκεί καθόταν η Ρήγαινα και αγνάτευε τα βουνά της Καρπασίας ως τα βουνά της Καραµανιάς. Κάποτε, όταν είδε ότι τα εχθρικά καράβια έφταναν στην Αµµόχωστο, διέταξε τότε τις δούλες της να µαζέψουν όλους τους θησαυρούς και να φύγουν. Στο δρόµο, σαν έφτασαν σε ένα χωριό, το Τρίκωµο, έµαθαν ότι οι εχθροί κατέλαβαν την Αµµόχωστο και τότε τις διέταξε να θάψουν το θησαυρό και η ίδια εξαφανίστηκε.
Στην πραγµατικότητα, όλα τα κάστρα του Πενταδάκτυλου κτίστηκαν από τους Βυζαντινούς, επιδιορθώθηκαν από τους Φράγκους που τα χρησιµοποίησαν, όχι µόνο σαν παρατηρητήρια, αλλά και σαν φυλακές και σαν καλοκαιρινές κατοικίες για τις βασιλικές οικογένειες. Τα κατέστρεψαν τελικά οι Βενετσιάνοι, µην µπορώντας να τα υπερασπιστούν.
Η µεγάλη διάδοση των θρύλων της Ρήγαινας που συνδέονται µε όλη την Κύπρο κατά τα µεσαιωνικά χρόνια δείχνουν την επικράτηση και την ισχύ των Φράγκων, κατά την εποχή που δηµιουργήθηκαν. Αλλά αποδεικνύουν ότι στη συνείδηση του λαού οι µονάρχες αυτοί θεωρούνταν πάντα ξένοι, αφού ονοµάζονταν Ρηγάδες και ποτέ Βασιλείς. Διότι Βασιλέας ήταν ένας και µόνο ο βασιλιάς της Κωνσταντινούπολης.
Μύθοι, θρύλοι, παραδόσεις, ριζωµένοι από τα πανάρχαια χρόνια στη συνείδηση του λαού, συνδέουν άρρηκτα την ιστορία της Κύπρου από τα αρχαία χρόνια µε τα βυζαντινά χριστιανικά και µεσαιωνικά χρόνια και επιβιώνουν και επιδρούν στη διαµόρφωση της ελληνικής του συνείδησης.
Λαµπρή: Το Πάσχα.
Καλός Λόγος: Το Χριστός Ανέστη
Λιγκρί: µακρύ ξύλο που µε αυτό κτυπούσαν τη λίγκρα, µια πέτρα, και όποιος την έριχνε πιο µακριά, ήταν ο νικητής. Ένα από τα παραδοσιακά παιχνίδια της Κύπρου. Η λίγκρα της Ρήγαινας ήταν κολώνα πόδια από µάρµαρο Πεντέλης και το λιγκρί 5 µέτρα.
Καραµανιά: ήταν το όνοµα της νότιας (µεσογειακής) ακτής της Ανατολίας στα τέλη του 19ου αιώνα. Το όνοµα επίσης µπορεί να αναφέρεται στην ευρύτερη ανατολικό-κεντρική περιοχή της Ανατολίας, το όνοµα της οποίας αντανακλάται στο όνοµα της σύγχρονης πόλης Καραµάν.
Ελένη Καραγιάννη – Βαρνάβα
Φιλόλογος, Δοκιμιογράφος, Ερευνήτρια, Συγγραφέας
(Απόσπασμα από το ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ του βιβλίου της με τίτλο ‘Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΚΥΠΡΟΣ’, Εκδόσεις Αγγελάκη, Αθήνα, 2019)