Η ποίηση είναι το αρχαιότερο λογοτεχνικό είδος, η πιο παλιά μορφή της Τέχνης του Λόγου, πιο συναισθηματική, πιο μουσική από τον πεζό λόγο και τον σκηνικό διάλογο”

Ο Εθνικός ποιητής της Γαλλίας Paul Valéry, (1871-1945) φιλοσοφεί το πότε και πως ποιεί ο ποιητής: «Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τί τραγουδάει, γιατί τραγουδάει, και τί είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα τραγούδαγε.»

Ο Άγγελος Σικελιανός – σε απομόνωση το 1907 μέσα σε μια σκηνή στην έρημο της Αιγύπτου – γράφει:
«… το φως το καταπληχτικό που μέσα του έπλεα, απ’ τη μια μεριά, κι απ’ την άλλη το αχανές που μ’ έζωνε ολόγυρα κι η μονοτονία της ερήμου κι η έλλειψη κάθε χρώματος, έκαναν την ψυχή μου να φέρνει ολοένα μπρος στα μάτια μου τη φύση και τη βλάστηση της Ελλάδας μ’ όλα τα χρώματά της…» Και συμπλήρωσε πολύ αργότερα : «Μπροστάρηδες είναι οι Ποιητές κι αλίμονό τους αν δεν είναι».

Με βαθιά ματιά ο Γιώργος Σεφέρης γράφει το 1946 στις «Μέρες Ε΄ 1945-1951» (εκδ. Ίκαρος):
«Η ποίηση δεν εκφράζει αλήθειες με την επιστημονική σημασία της λέξης, ούτε ανακαλύπτει φιλοσοφίες και κοσμοθεωρίες, χρησιμοποιεί την επιστήμη και τη φιλοσοφία των άλλων, αν της χρειάζουνται. Η ποίηση δεν είναι για προσωπικές εξομολογήσεις, κι αν τις κάνει, δεν είναι αυτές που τη σώζουν. Δεν προσπαθεί να εκφράσει την προσωπικότητα των ποιητών, μάλλον προσπαθεί να την καταργήσει, όπως έγραφε ο Έλιοτ. Αλλά κάνοντας αυτό, εκφράζει μιαν άλλη προσωπικότητα που ανήκει σε όλους» και συνεχίζει : «Η Ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα», «Το χρυσό δίχτυ,/ όπου τα πράγματα σπαρταρούν/ σαν ψάρια» και «Είναι πολλά παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας».

Ο μεγάλος ποιητής Τ.Σ. Έλιοτ (Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, 1948) συμφωνεί με τον Αριστοτέλη και λέει:
«Ο ποιητής δεν μπαίνει σε καλούπια. Ο ποιητής είναι εκείνος που σπάει όλα τα καλούπια και, είτε με τον στέρεο απολλώνιο τρόπο είτε με τον ξέφρενο διονυσιακό, ανοίγει δρόμους, μας δείχνει τον κόσμο μας έτσι όπως δεν τον είχαμε φανταστεί. Και όλο αυτό συμβαίνει με μια ένταση, μια φόρτιση που πρώτος απ’ όλους βιώνει ο ίδιος ο ποιητής».

Πλείστοι θα συμφωνούσαν με τον εξαίσιο Αργεντινό συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες, σαν γράφει:

annie-spratt
«Ποίηση είναι η έκφραση του ωραίου, διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους».
Book & spring flowers
“Η ποίηση δεν είναι για προσωπικές εξομολογήσεις, κι αν τις κάνει, δεν είναι αυτές που τη σώζουν”
Aphrodite3
“Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τί τραγουδάει, γιατί τραγουδάει, και τί είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει, δεν θα τραγούδαγε”

Ας διαβάσουμε κι άλλους ποιητές τί είπαν για την ποίηση, αν και χρειάζονται ολόκληροι τόμοι.

– Οδυσσέας Ελύτης: «Η ποίηση είναι το άλλο πρόσωπο της υπερηφάνειας» και « Αυτό είναι στο βάθος η ποίηση: η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει, να γίνεσαι άνεμος για τον χαρταετό και χαρταετός  για τον άνεμο, ακόμα κι όταν ουρανός δεν υπάρχει…».

– Κική Δημουλά: «Η ποίηση είναι από τα πιο επηρμένα μυστήρια, τα πιο αχανή,  και μόνο ικανοποίηση στις παρομοιώσεις δίνεις  αν πεις ότι είναι ένα μείγμα εύγεστων δηλητηρίων  σε χρυσά δελεαστικά ποτήρια,  ή ότι είναι ο πειρασμός, ο δαίμονας  που μπαίνει ξαφνικά στο σώμα του κανονικού,  προκαλώντας ένα σεληνιασμό γόνιμο  ή ακόμα ότι είναι ένα είδος ευθανασίας των πραγμάτων  που υποφέρουν μέσα μας είτε ως ανικανοποίητα είτε ως προδομένα».

– Κατά το Γιάννη Piτσo: «Ένας Ποιητής δίνει το ‘παρών’ στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του/ είναι εργάτης στο πόστο του, ένας στρατιώτης στη βάρδια του/ ένας υπεύθυνος στρατηγός μπροστά στις δημοκρατικές στρατιές των στίχων του». Αλλά και:  «Ένα σωστό ποίημα όμως ποτέ δεν καθυστερεί/ σε μια γωνιά του ρεμβασμού./ Είναι πάντα στην ώρα του, λέει ‘παρών’/  στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του».

– Όπως ομολογεί ο Κωστής Παλαμάς στο ποίημα του ‘Ο ποιητής: «Τῆς Πολιτείας ἡ πόρτα κλείστηκε,/ μὲ διώξανε, ἔρμος βρέθηκα στὰ ἕρμα μονοπάτια / καὶ τῆς Ἰδέας τῆς ἀστρομάτας, ποὺ ἔσφαξαν / ἀπὸ τὴ στράτα μάζωξα τὰ ὁλόφωτα κομμάτια. / Καὶ τἄσπερνα στὸ διάβα μου, καὶ φύτρωναν / ἐδῶ παράδεισοι, κ᾿ ἐκεῖ βασίλεια, κ᾿ ἐκεῖ πέρα / παλάτια κ᾿ ἐκκλησιὲς καὶ δρακοντόκαστρα. / Κι ὅλα στὴν ἴδια εὐφραίνονταν ἀνύχτωτην ἡμέρα».

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Η Ποίηση δεν είναι ο καλύτερος τρόπος να μιλήσουμε,/αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας», αλλά και: «Δυο θαμποί προβολείς μες στην ομίχλη, ένα/ δελτάριο σε φίλους που λείπουν με τη μοναδική λέξη ζω». Και συνεχίζει κάπως απογοητευμένος: «Κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες, Κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα Έστω. Ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς.»

Νικηφόρος Βρεττάκος: «Κατά βάθος η ποίηση / είναι μια ανθρώπινη καρδιά /φορτωμένη όλο τον κόσμο» και «Αν δε μου ’δινες την Ποίηση, Κύριε, / δεν θα ’χα τίποτα για να ζήσω.»

Νάσος Βαγενάς: «Το ποίημα είναι ένα νησί. Μπορείς να πας σ’ αυτό με πλοίο. Το ζήτημα είναι αν μπορείς να πας κολυμπώντας», ή «Η ποίηση είναι η βαθύτερη μορφή ρεαλισμού.».

Ανδρέας Εμπειρίκος: «Η Ποίησις είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδη­λάτου.».

– Νίκος Καρούζος: «Ποτέ στ’ αλήθεια δεν το ’μαθα / τι είναι τα ποιήματα./Είναι πληγώματα /είν’ ομοιώματα / φενάκη / φρεναπάτη ;/ Φρενάρισμα ίσως; /ταραχώδη κύματα; / τί είναι τα ποιήματα;/ Είν’ εκδορές, απλά γδαρσίματα;/ είναι σκαψίματα;/ Είναι ιώδιο;/ Είναι φάρμακα; / είναι γάζε,ς επίδεσμοι/ παρηγοριά ή διαλείμματα;/ Πολλοί τα βαλσαμώνουν ως μηνύματα./ Εγώ τα λέω ενθύμια φρίκης».

Κώστας Καρυωτά­κης: «Μας διώχνουνε τα πράγματα κι η ποίηση/  είναι το καταφύγιο που φθονούμε».

Τάσος Λειβαδίτης: «Η ποίηση είναι ένα αίνιγμα από συνηθισμένα λόγια» Αλλά και: «… ένα παιχνίδι / που τα χάνεις όλα/ για να κερδίσεις ίσως / ένα άπιαστο αστέρι».

Γιάννης Παυλόπουλος «Η Ποίη­ση είναι ένα εί­δωλο άπιαστο. Μια πόρτα ανοιχτή, για την οποία αιώνες τώρα φτιάχνονται  ατέλειωτες αρμαθιές αντικλείδια».

Γιώργος Σαραντάρης: «Η ποίηση είναι / εκείνος ο εαυτός μας / που δεν κοιμάται ποτέ».

Γιώργος Σαραντής: «Η ποίηση δεν είναι / η θέληση ν’ αντισταθείς,/ μα ένα ολοσκότεινο δάσος / για να ξεφύγεις». «Δεν είναι η ποίηση κλειστός τόπος για ονειροπόληση / είναι το άλλο νόημα των πραγμάτων».

Μίλτος Σαχτούρης: «Λανθάνουσα κοινή ανθρώπινη ανάγκη για ουρανό». Είπε ακόμη πως ευθύνη του ποιητή είναι να επαγρυπνά για να καθιστά δυνατή την επικοινωνία με τον «ουρανό», το δυσπρόσιτο πνευματικό κόσμο όπου θέλουν να καταφύγουν όσοι δεν αρκούνται στον κόσμο της ύλης: «…Ένας μπαξές γεμάτος αίμα / είναι ο ουρανός / και λίγο χιόνι / έσφιξα τα σκοινιά μου / πρέπει να ελέγξω τ’ αστέρια…» και καταλήγει «…Εγώ / κληρονόμος των πουλιών / πρέπει / έστω και με σπασμένα φτερά / να πετάω’».

Τάκης Σινόπουλος: «Πίσω από την καθημερινή κόλαση των λέξεων / τα ποιήματα ανασαίνουν ζωντανά και το καθαρό τους / νόημα καθρεφτίζει παντού μια φανταστική ευτυχία,/  που ποτέ δε θα πυρπολυθεί».

Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά: «Για να υπάρχει ποίηση χρειάζεται να υπάρχει νους και ψυχή για να τη συνθέσει, αλλά και έμψυχα αυτιά ικανά να την ακούσουν, να την εκλάβουν, και νους ανοιχτός για να τη δεχτεί και να την κατανοήσει… η ποίηση απαιτεί να έχουμε χρόνο στη διάθεση μας, διότι μια – δυο αναγνώσεις δεν φτάνουν, γεγονός οξύμωρο και δυσανάλογο με τους ρυθμούς της σύγχρονης καθημερινότητας».

Τί λένε περί ποίησης ποιητές που έζησαν εκτός Ελλάδας, Κύπριοι και Ομογενείς/ Ελληνικοί;

– Για τον Καβάφη η Ποίηση λειτουργεί ως αντίδοτο κατά της φθοράς: «Δοκιμές, εν φαντασία και λόγω, νάρκης του άλγους» και «Τα φάρμακά σου φέρε τέχνη της ποιήσεως,/ που κάμνουνε -για λίγο- να μη νιώθεται η πληγή».

Ο Κώστα Μόντης είναι υπερήφανος και για τις δύο γλώσσες του, την Ελληνική και την ποίηση. Γράφει: «Ελάχιστοι ξέρουν την γλώσσα μας, / Μένουμε αδικαίωτοι και αχειροκρότητοι / Σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά, / Όμως αντισταθμίζει που γράφουμε ελληνικά».

Γράφει ο Θεοδόσης Νικολάου στο ποίημα του ‘Η εργασία του ποιητή’: «Όταν επιτέλους κλείσουν τα μάτια των αγγέλων / Και οι φλόγες της ρομφαίας κοιμηθούν / Ο ποιητής που σ’ όλο τούτο το διάστημα άγρυπνα / Ντύνεται τη στολή του κλέφτη. / Δρασκελά το κατώφλι / Και επιδίδεται στο δυσχερές / Και ανόσιο έργο του. / Επιστρέφει όμως / Την όραση έχοντας εμπλουτισμένη / Από το σχήμα και το χρώμα των πραγμάτων. / Ευδαίμων μέσα στην άβυσσο της αγνωσίας του / Χαμογελά / Καθώς μια καλή οικοδέσποινα / Πού στιλβώνει ένα χάλκινο σκεύος».

Ο Ιωσήφ Σ. Ιωσηφίδης αναδύει την ποίηση ως Αφροδίτη που ζει στον πλούτο του αδύτου. Η Ποίηση είναι το ‘Επιπλέον’ (ως το ‘Επιπρόσθετο’ της ζωής, αλλά και ως ‘αυτό που επιπλέει’ και δεν βυθίζεται) : «Η ποίηση είναι, (αυτή) που ξέρει / τί είναι πλούτος του άδυτου. / Αυτή είναι, που βιώνει όσα δε φαίνονται / από το ύψος του στεγνού αέρα / …φανερώνει / μέσα στην ανταύγεια της ματιάς της / τον ήλιο που γεννιέται στο βάθος / της αποκάλυψης.» «Επιπλέον, η ποίηση είναι το ρίγος / του Δάντη σαν μύρισε το Ρόδο στην Κόλαση, / του Ομήρου σαν γεύτηκε το μέλι των Μουσών. / Η Ποίηση είναι το Επιπλέον.»

white_book
Η ποίηση είναι μελωδία, ρυθμός, μέτρο, φαντασία, ουσιώδης δημιουργία”

Επιμύθιον.
Πρέπει να δεχθούμε ότι η αποικιοποίηση του ψυχισμού στην εποχή μας και ο υλοκρατισμός στρεβλώνουν τον πολιτισμό και τις αξίες του, πλάθουν ένα εικονοκρατικό πολιτισμό που περιθωριοποιεί τον λόγο και υποσκάπτει την ανάγνωση της ποίησης καθεαυτής, υπονομεύει τη μέθεξη. Ίσως γιατί και η ποίηση αυτoπυρπoλείται, ακολουθώντας το παράδειγμα κάποιων δημιουργών της. Μήπως, η χωρίς αυταπάτες επίγνωση του αρνητικού για την Ποίηση κλίματος σημαίνουν «τέλος εποχής» και παραίτηση του Ποιητή;

Στην εποχή μας ο άνθρωπος όλο και περισσότερο βουλιάζει από τα βαρίδια των κακών προθέσεων και γενικά των κακών συνθέσεων, όπως: η προσ-ποίηση, η μετα-ποίηση, η παρα-ποίηση της αλήθειας, η από-ποίηση των ευθυνών, η εκ-ποίηση των αξιών ή η αποποινικο-ποίηση της παρανομίας (των μεγάλων), η κακο-ποίηση του ωραίου, η αριθμο-ποίηση του ατόμου, η αποπνευματο-ποιηση, η μαζο-ποίηση, η τυποποίηση, η αποικιο-ποίηση, η απολιτικο-ποίηση, η παθητικο-ποίηση, η παγο-ποίηση…

Μόνη σανίδα σωτηρίας η γυμνή ποίηση, απογυμνωμένη από βαρίδια υλισμού που πνίγουν τον άνθρωπο!

[searchandfilter fields=”search”]