Ελεύθερη Έκφραση

Χορδές από την καρδιά κουρδισμένες

χορδές Ελευθερίου Ελευθερία

Ένας παθιασμένος με το βιολί του νέος αποφασίζει να απεγκλωβίσει την τέχνη του από τα στενά όρια του κλειστοφοβικού διαμερίσματός του και ενίοτε του μυαλού του και να την ελευθερώσει στον καθαρό αέρα και στο φως της ημέρας.

Μοναδική φωλιά που επρόκειτο να στεγάζει από εδώ και πέρα αυτόν τον παθιασμένο έρωτα, αποφάσισε ότι θα ήταν η αποβάθρα του μετρό. Του άρεσε αυτό το μέρος. Έμοιαζε με χωνευτήρι. Ένα πολύχρωμο μωσαϊκό. Κάθε φορά που το δοξάρι φλέρταρε με τις χορδές, ένιωθε ότι αποκτά την ικανότητα να τρυπώνει κρυφά στα σπάργανα του κόσμου και να τον μαγεύει.

Οι νότες αρωματίζονταν, γίνονταν λουλούδια, γίνονταν πουλιά, σπαρταρούσαν και ύστερα επέστρεφαν στην πηγή τους. Ο νέος κατάλαβε γρήγορα ότι κάθε μορφή που κοιτούσε, κάθε περαστικός, κάθε επιβάτης έμοιαζε με ένα μουσικό κιτ.

Ο νέος κατάλαβε γρήγορα ότι κάθε μορφή που κοιτούσε, κάθε περαστικός, κάθε επιβάτης έμοιαζε με ένα μουσικό κύτταρο, με ένα ξεχωριστό ηχείο, με ένα μουσικό θαύμα. Οι νότες του βιολιού του έγιναν ταξιδευτές: κάθισαν δίπλα στην κυρία που πήγαινε να πάρει τα αποτελέσματα των ιατρικών της εξετάσεων, χάιδεψαν απαλά την κοιλιά της γυναίκας που κυοφορούσε, χάρισαν τόλμη στη χορεύτρια που ετοιμάζονταν για την πρώτη της ακρόαση, γαλήνεψαν την καρδιά ενός γιατρού που ετοιμάζονταν για μια δύσκολη εγχείρηση, φίλησαν το παιδί που κατευθύνονταν προς το σχολείο, συμπαραστάθηκαν σε εκείνο τον φαντάρο που τόσο το είχε ανάγκη, ευχήθηκαν καλή επιτυχία στον φοιτητή που έδινε το τελευταίο του μάθημα, ενέπνευσαν τον δάσκαλο, έθρεψαν όσους χρειάζονταν τροφή, εύφραναν την καρδιά εκείνου του ηλικιωμένου.

Ευαγγελία Ελευθερίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *