Εργο-βιογραφικό Σημείωμα
Η Οσία (Σίσσυ) Σιγιουλτζή-Ρουκά είναι η Πρόεδρος του Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου / ΣΠΕΚ. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Είναι Απόφοιτος του Πειραματικού Σχολείου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.), πτυχιούχος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ.. Ειδικεύτηκε στον τομέα «Σύγχρονα Γράμματα» στο Πανεπιστήμιο Avignon της Γαλλίας, και στην «Αγγλική Λογοτεχνία» στο DEI College. Πρόσθετα είναι Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών «Ψηφιακά ΜΜΕ» στον τομέα ‘Πολιτισμός και Επικοινωνία’ του Πανεπιστημίου Sussex της Μεγάλης Βρετανίας.
Ομιλεί πολύ καλά την Αγγλική, τη Γαλλική, την Ιταλική και καλά τη Βουλγαρική γλώσσα. Έχει παρακολουθήσει επιτυχώς τη σειρά Κινηματογραφικών Σεμιναρίων της ΧΑΝΘ υπό τον Αχιλλέα Ψαλτόπουλο. Εργάστηκε επί μια δεκαετία ως εισηγήτρια πλήθους σεμιναρίων αξιόλογων Εκπαιδευτικών Φορέων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και έχει αρθρογραφήσει σε γνωστά έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Διετέλεσε επί 9 έτη υψηλόβαθμο στέλεχος τμήματος επικοινωνίας μεγάλου ιδιωτικού οργανισμού, με εξειδίκευση στις εκστρατείες επικοινωνίας και εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.
Είναι η συγγραφέας των λογοτεχνικών βιβλίων «Λόγια Γυμνά» (εκδόσεις Θερμαϊκός 2010, 2012), «Λόγια Αρσενικά» (εκδόσεις Πνοή, 2018), της ποιητικής συλλογής «Οσία» (εκδόσεις Αρχύτας, 2020) και του χρονογραφήματος “…στην υγειά μας!” (εκδόσεις Αρχύτας, 2021). Ασχολείται ενεργά με θέματα Επικοινωνίας, Προώθησης και Διαφύλαξης Αισθητικής Κουλτούρας και Πολιτισμού μέσα από την παραγωγή και τη διαχείριση ψηφιακών μέσων καθώς έχει την επιμέλεια εκδηλώσεων πολιτισμού, εκδόσεων λογοτεχνίας και εκπομπών για τον πολιτισμό και την κοινωνία.
Έχει τη διεύθυνση του διεθνούς, ψηφιακού σταθμού “SOLOMOS” Web RadioTV. Επιμελείται και παρουσιάζει εκπομπές που αφορούν στις τέχνες, τα γράμματα και τον πολιτισμό. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις διακεκριμένες εκπομπές “Πορτρέτα στον Χρόνο”, “Ένα ταξίδι, ένα έργο”, “Επαγγελματικός Προσανατολισμός” και “Διαβάζοντας με τη Σίσσυ”. Είναι ενεργό μέλος της Ένωσης Δημοσιογράφων Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου Μακεδονίας – Θράκης ΕΔΗΠΗΤ. Ζει και δραστηριοποιείται στη Θεσσαλονίκη. Είναι παντρεμένη με τον οικονομολόγο Ιωάννη Ρουκά και έχουν δύο παιδιά.
Βίντεο
Αποδελτιώσεις:
Συνεντεύξεις
Κριτικές
Δείγματα
Αντάμωμα
Μιας νύχτας άνεμος, τραγούδι,
Χορό έστησε με τ’ αγγελούδι.
Τ’ αστέρια μπήκαν στη γιορτή
Κι ένα φεγγάρι σαν χρυσό χαρτί.
Σκόρπισαν σκόνη ερωτική
Κι αγάπη χάραξαν καρτερική.
Η πλάση όλη ευδαιμονεί,
Ο νέος ανυπομονεί.
Η κόρη στέκει και θωρεί,
Λευκό φουστάνι, κάτασπρο φορεί.
Ζούνε και οι δυο μακριά
Χαλί κοινό ενώνει την καρδιά.
Γοργά ο ήλιος βρήκε το φεγγάρι
Και η κόρη αντάμωσε το παλικάρι.
Ο χρόνος γρήγορα περνά
Και την ψυχή ο πόθος κυβερνά.
Από την ποιητική συλλογή «Οσία»
Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά
Κριστίν: Ο μέγας μοναχός
από το βιβλίο «Λόγια Γυμνά» της Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά
Αναμφισβήτητα κατέχεις την επιστήμη σου στο έπακρο και την εξασκείς τέλεια – άψογα. Είσαι ο μέγας μοναχός της μονής της σεβαστής χειρουργικής. Είσαι, όμως, ανάπηρος και δεν το γνωρίζεις. Αλήθεια, δε σου έμαθε ποτέ κανείς να φέρεσαι ως άνθρωπος καθημερινός – χωρίς επαγγελματική ταυτότητα; Δε διδάχτηκες πως ο άνθρωπος έχει μια τρυφερή συνήθως ψυχή που διψάει για αγάπη, έρωτα, ρομαντισμό, φιλία, ξενοιασιά, όμορφες στιγμές, αχαλίνωτα χρονικά περιθώρια, θυσίες για μια αγάπη, γλυκόλογα, ζεστές σκέψεις, ερωτικό κυνηγητό, ενδιαφέρον για τον πλησίον… Είναι δυνατό να μην έχεις τρόπους; Δεν ξέρεις να φερθείς έξω από το σάβανο της ιατρικής στολής σου. Είσαι ανέραστος, άνανδρος, κρύος, άψυχος στην αγάπη. Έχεις κάνει ποτέ «κοπάνα», για ν’ αγκαλιάσεις το ταίρι σου;
Χάνεις! Να ξέρεις καλά ότι «Δε σου ανήκω!». Ποτέ δε θα ανήκω σ’ εσένα! Ποτέ! Γιατί εσύ δεν ξέρεις να με κυνηγήσεις. Δε θέλεις να με κατακτήσεις. Δεν έχεις το θάρρος της γνώμης να ‘ρθεις να με πάρεις, δεν έχεις την ψυχή που χρειάζεται για να ερωτευτείς. Βλέπεις, ποτέ δεν μπορεί κανείς να είναι τέλειος σε όλα. Εδώ έχασες. Είσαι αδιάβαστος, αφού δε γνωρίζεις ότι κάθε ερωτευμένος είναι άρρωστος με τη βαριά νόσο της γλύκας της ζωής. Ναι, λοιπόν!
Είμαι ασθενής σου και δε με φροντίζεις, δε με προσέχεις, δε νοιάζεσαι για μένα. Εμπρός! Τι στέκεσαι; Πήγαινε στους τυπικούς ασθενείς σου, που σε χρειάζονται και ξεπαραδιάζονται για χάρη σου! Όρμα! Βλέπεις, εγώ δεν έχω τίποτε άλλο να σου προσφέρω για να χειρουργήσεις… Δε σου προκαλώ συνεπώς ενδιαφέρον και περιέργεια. Έπαψα να είμαι πειραματόζωο. Είσαι ξεδιάντροπος!
Ό,τι και να ήταν, θα έλεγες «με συγχωρείτε πολύ, μα θα πρέπει να τηλεφωνήσω σ’ έναν ασθενή μου» και θα το έκανες. Όμως για μένα αδιαφορείς. Κοιτάζεις μόνο να διασκεδάζεις μαζί μου το τομάρι σου, όποτε το έχεις ανάγκη. Είσαι καταδικασμένος, άξιος της μοναχικής σου νηστείας! Είμαστε εντελώς διαφορετικοί. Είμαι ηφαίστειο και είσαι παγόβουνο. Εσύ, έρμαιο των εργαλείων, των γνώσεων και των πτυχίων σου. Χειρουργική πονεμένη λαγνεία!
Διοτίμα: Τι να είμαι άραγε;
Τι είναι ο άνθρωπος; Ποια να είναι, άραγε, αυτή η ζωή; Και καλά, γεννιόμαστε έτσι ξαφνικά, εκ του μη όντος; Βγαίνουμε από την ανυπαρξία, σαν σπυρί μεγαλώνουμε μέσα σε σάρκα, με οστά, με υγρά, με κόκκινα και μπλε υγρά, με μαλακά εξαρτήματα. Γινόμαστε ένα από αυτά. Και μεγαλώνουμε για να έρθει η σειρά μας να δώσουμε αυτήν την παράσταση σε κάποιον άλλο. Ζούμε –ή τουλάχιστον έτσι λέμε– άλλοι πολύ, άλλοι λίγο. Όμως, κανείς για πάντα. Γιατί; Και ξαφνικά κάποιος πεθαίνει. Φεύγει. Και πού πάει; Τι θα πει αυτό; Είναι δυνατό να είμαστε μόνο μια μηχανή και μάλιστα η πιο φθαρτή, η χειρότερη; Είναι δυνατόν αυτό το μεγαλείο, ο εγκέφαλος, να πάψει να προστάζει; Πώς μπορεί αυτή η καρδιά να σταματήσει; Τα τόσα όνειρα, οι ελπίδες, τα συναισθήματα, αυτή η πλημμύρα ψυχής, τα οράματα, η αγάπη, η καλοσύνη, ο έρωτας, το ανατρίχιασμα, η έξαψη, η έκσταση… Μα, πώς μπορεί έτσι απλά να ισοπεδώνονται; Δεν είναι δυνατόν! Ποιο μεγαλύτερο θείο δώρο από το νου, τη σκέψη, την καρδιά, τη δυνατότητα του να αγγίζεις, να βλέπεις, ν’ ακούς, να νιώθεις, να κινείσαι, να είσαι υγιής και πάντα εν ζωή, ν’ αντιλαμβάνεσαι την παρουσία των δικών σου γύρω σου και να μοιράζεσαι μαζί τους τον αέρα; Πώς μπορούν όλα αυτά ξαφνικά να ξεχνιούνται; Δηλαδή, ένα κλικ και ο άνθρωπος κοιμάται αιώνια, χωρίς όνειρα για συντροφιά αυτήν τη φορά; Κοιμάται όπως τότε, πριν γεννηθεί, όταν δεν υπήρχε, όταν δεν ήξερε κανείς αν θα προκύψει, όταν ήταν στην κοιλιά, όταν πρωτογεννήθηκε; Δεν έχει επαφή! Επαφή δεν υπάρχει! Άραγε, τίποτα; Τι κρύβεται πέρα από αυτό το σκηνικό;
Με τίποτα δεν μπορώ να πιστέψω ότι όλα είναι ένα φιάσκο παράλογο! Γιατί τόσος χαμός για το τίποτα; Η ζωή είναι υπέροχη! Ό,τι καλύτερο υπάρχει! Τη λατρεύουμε τη ζωή! Γιατί να μην μπορούν όλοι να τη ζήσουν άρτια, χωρίς ελλείψεις, χωρίς προβλήματα; Ας είναι η γη, οι γαίες τόσο μεγάλες, να μας χωρούν όλους ζωντανούς! Για πάντα! Με μοναδικό σκοπό την αγάπη, τη συνεργασία, τη δημιουργία, την πρόοδο και την ανάπτυξη!
Γεννιέσαι χωρίς να το ξέρεις. Έχεις μια οικογένεια που λατρεύεις τόσο… Δημιουργείς το δρόμο σου… Έχεις τα αδέρφια σου, τους συγγενείς σου, τις γιαγιάδες, τους παππούδες. Έπειτα τον άντρα που σε τρελαίνει από έρωτα, τα παιδιά σας, τους δικούς σου ανθρώπους! Ζείτε με όνειρα. Ποιος ο λόγος ξαφνικά όλοι, ο ένας μετά τον άλλο, να χάνονται; Γιατί; Αφού τόσο παλέψαμε για να δεθούμε… Αφού τόσο αγαπιόμαστε… Γιατί; Δε θέλω ποτέ να χανόμαστε! Ποτέ! Αυτό είναι το μεγαλείο; Είναι φάρσα! Χιλιοπαιγμένη. Πρέπει να σταματήσει! Ίσως, αφού αυτήν τη ζωή αμαρτωλή την αποκαλούν, να υπάρχει μια άλλη που να είναι λαμπρή… Τότε ίσως όλοι, συγγενείς και φίλοι, ξαναβρισκόμαστε μαζί σιγά σιγά και νιώθουμε, βλεπόμαστε, επικοινωνούμε και ζούμε πια, για πάντα αγαπημένοι, καλύτερη ζωή, που ποτέ δεν τελειώνει και την οποία δεν μπορούμε καν να φανταστούμε…
Μας έχουν μάθει, εσφαλμένα, να πιστεύουμε ότι τα παντοτινά ωραία και αληθινά δεν υπάρχουν. Μας πώς μπορεί η αλήθεια κάποτε να τελειώνει; Μήπως άδικα αγχωνόμαστε; Μήπως άδικα μας πνίγει η θλίψη και ο πόνος, ενώ κάποτε θα συνειδητοποιήσουμε ότι όλα θα είναι καλύτερα, τέλεια και ότι θα συναντηθούμε όλοι οι γνωστοί και ποτέ πια δε θα χρειαστεί να χωρίσουμε;
Μα, γιατί αυτός ο τόσο γλυκός άνθρωπος να σβήνει και να λιώνει στο χώμα; Είναι τόσο βίαιο, τόσο μακάβριο, τόσο άδικο, τόσο μίζερο. Αφήστε μας να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε αιώνια. Γιατί μας στερείτε το δικαίωμα της ζωής; Γιατί να είμαστε μαριονέτες που κάποιος τις φτιάχνει για να παίξει και αργότερα, όταν βαρεθεί, τις καταστρέφει; Γιατί να είμαστε προϊόντα με ημερομηνία λήξης; Γιατί να είμαστε φθαρτοί, αναλώσιμοι, ανακυκλώσιμοι; Γιατί η σκυτάλη της ζωής στο θάνατο να διαγράφει τον παράλογο κύκλο κάθε ζωής; Ναι, αν όλα αυτά είναι έτσι, τότε ο άνθρωπος είναι αιώνιος σκλάβος, δεν υπάρχει ελευθερία, ελεύθεροι δεν ήμασταν, ποτέ δε θα γίνουμε, είμαστε αιχμάλωτοι κάποιας μυστήριας δύναμης, ύπαρξης, συγκυρίας, τύχης, έλξης που δε γνωρίζουμε, αφού ζούμε και πεθαίνουμε δίχως προσωπική επιλογή. Ο λόγος ποτέ δε μας ζητήθηκε. Λατρεύω τους δικούς μου, με λατρεύουν και αυτοί! Ας υπάρξουμε, όλο το γενεαλογικό μας δένδρο και αυτό που θα προστεθεί, Μαζί, Πάντα Ενωμένοι, Κοινωνοί με Νου και Αισθήματα! Ας μη γερνάμε σαν το τίποτα… Ερήμην μας…
Δηλαδή μπορεί ο άνθρωπος να είναι τελικά ένα μοναχικό, μετεωρικό άστρο με φως, που στο τέλος, ανάλογα με τη δοκιμασία που πέρασε, θα πάρει τη θέση του στο στερέωμα έτσι απλά και θα χάσει το νου, τις αισθήσεις, τις σχέσεις, τα πάντα και θα καταδικαστεί σε ακόμη μεγαλύτερη μοναξιά; Τους θέλω τους δικούς μου! Έχω δει τόσους δικούς μου ανθρώπους να χάνονται, να μην υπάρχουν την επόμενη μέρα… Γιατί; Υπάρχει ψυχή; Γιατί η ψυχολογία δεν πιστεύει σ’ αυτήν; Μπορεί όλα να είναι τόσο μάταια; Δε θέλω να χάνονται οι άνθρωποι. Ας πάψουν τα χρόνια να περνούν. Ας ζήσουμε για πάντα, έτσι όπως είμαστε, αγαπημένοι. Θεέ μου, Θεέ μας, γιατί σίγουρα είσαι ένας και μοναδικός για όλους, ανεξαρτήτως χρώματος, φύλου, έθνους, ιδεολογίας, πραγματοποίησε την επιθυμία μας για ελευθερία, το πραγματικό δικαίωμα άφθαρτης ζωής, που ποτέ κανείς δε γεύτηκε ώς τώρα! Ας πάψουν πια οι απειλές. Ουφ! Τίποτα δεν εξηγείται. Θεέ μου, σ’ αγαπώ, σε δοξάζω. Σε παρακαλώ, νιώσε με κι εσύ. Κατέβα μερικά σκαλοπάτια και πλησίασέ μας.
Τι θα πει νεκρός; Γιατί νεκρός; Γιατί πρέπει να θρηνούμε νεκρούς; Γιατί να μη ζούμε παντοτινά όλοι, αφού υπάρχει χώρος; Θεός υπάρχει. Άρα, όλοι οι πλανήτες και τα αστέρια μπορούν να κατοικηθούν αιώνια από όλους μας με τη βοήθεια και τη δύναμή Σου. Σκέψου το…
«Λόγια Αρσενικά»
Είναι τα πρώτα, τα τυχαία, τα αυθόρμητα, τα λόγια της στιγμής, που βρίσκει το ανθρώπινο μυαλό για να εκφράσει με λέξεις τον πυρετό που προκαλεί η ηδονή της σάρκας, όταν ο έρωτας λούζει το κορμί, όταν ο πόθος για τον άλλο βασανίζει την ψυχή, όταν το πάθος καίει την καρδιά, όταν ο σεξουαλικός παροξυσμός θολώνει το νου… τότε που επιτυγχάνεται η λύτρωση… εκφερόμενα από το στόμα ενός αρσενικού, κτήνους, θηρίου, ανθρώπου με ζωώδη ένστικτά. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, αυτά τα λόγια, τα συνειδητά και τα ασυνείδητα, θα τα συναντούμε από την αρχή ως το τέλος ενός έρωτα, κυριολεκτικά και μεταφορικά, αίμα γεμάτου.
Στη ζωή πολλοί δειλιάζουν να τα ξεστομίσουν, στερούνται της χαράς να τα μοιραστούν με κάποιον άλλο και αντ’ αυτού βασανίζονται αναμοχλεύοντάς τα στη μοναχική σκέψη τους. Υπάρχουν όμως και οι πιο απελευθερωμένοι που απολαμβάνουν τον αυθορμητισμό στον έρωτα και ζωντανεύουν τις ενδόμυχες σκέψεις και τη φαντασία τους με λόγια και πράξεις.
Στις σελίδες του αφηγήματος «Λόγια Αρσενικά» που ακολουθούν, εκτυλίσσεται η ζωή ενός φυσιολογικού άνδρα, προικισμένου με ανθρώπινα πάθη και ορμές, από το ζενίθ μέχρι το ναδίρ του σεξουαλικού του βίου. Ο ίδιος διατηρούσε ημερολόγιο στο οποίο κατέγραφε με τον δικό του αρσενικό λεκτικό τρόπο τον εσωτερικό και εξωτερικό του κόσμο, την καθημερινότητά του, προσπαθώντας, όσο πιο παραστατικά μπορούσε, να περιγράψει όσα του συνέβαιναν. Αγαπούσε τις λέξεις και δεν τις αδικούσε. Γι αυτόν δεν υπήρχαν λέξεις κόσμιες, άσεμνες, καλές ή κακές, αλλά λέξεις ικανές, ανενδοίαστα, να εκφράσουν, να αποδώσουν όλα όσα πραγματικά συμβαίνουν και να προσδώσουν την αληθινή διάσταση σε όσα ο φακός του χρόνου μπορεί και καταγράφει. Το ημερολόγιο αυτό δεν υπάρχει πια. Πάνω του οικοδομήσαμε την ιστορία που ακολουθεί, σεβόμενοι τον ήρωα και τις επιθυμίες του στην ελεύθερη έκφραση του λόγου. Τα ονόματα των προσώπων είναι φανταστικά. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις που τυχόν γνωρίζετε είναι εντελώς τυχαία.
Το συγκεκριμένο έργο, στην υπηρεσία της δημοκρατίας των λέξεων, απεικονίζει και περιγράφει σεξουαλικές συμπεριφορές, ενίοτε και πράξεις, με τρόπο λεπτομερή και ρεαλιστικό, δίνοντας τα γενετήσια στοιχεία ως έχουν. Χρησιμοποιεί τα ανθρώπινα προϊόντα, φαντασία και ηδονή, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει την ψυχολογία των ηρώων, υπό το πρίσμα ότι το να μιλά κανείς για το σεξ και τη σεξουαλικότητα είναι αυτονόητο, αναγκαίο και απελευθερωτικό. Η λογοτεχνική γλώσσα πλάθει προοπτικές και νοήματα μεταφέροντας τον αναγνώστη άλλοτε εκούσια και άλλοτε πάλι ακούσια, στη θέση των ηρώων. Μέσω αυτής της παραστατικής επικοινωνίας ο αναγνώστης διαισθάνεται το προφανές, ότι η γλώσσα είναι το εργαλείο που μας βοηθά να κατηγοριοποιήσουμε τις σεξουαλικές μας ταυτότητες, επιθυμίες και πρακτικές, με τρόπο οργανωμένο και πολλές φορές τόσο διαφορετικό ο ένας από τον άλλο. Αυτή η ποικιλία πηγάζει από τον ξεχωριστό τρόπο με τον οποίο ο καθένας από εμάς βλέπει το σεξ, κατανοεί τη σεξουαλικότητά του, ερμηνεύει τη σεξουαλική επαφή και διαπραγματεύεται αυτά τα στοιχεία στις σχέσεις του με τους άλλους.
Διαβάζοντας την ερωτική ζωή του ήρωα ερχόμαστε αντιμέτωποι με τυραννικές, φυσικές αλήθειες της καθημερινότητας. Οι αισθήσεις, οι διαθέσεις του κορμιού, οι σωματικές επιθυμίες, τα απόκρυφα σημεία, η σεξουαλική διέγερση, ο αισθησιακός ερεθισμός είναι ζητήματα, τα οποία ακόμα και σήμερα πολλοί συνάνθρωποι μας αρνούνται να αντικρίσουν κατάματα, πόσο μάλλον να αποδεχθούν και αντ’ αυτού σκοταδιστικά τα αποστρέφονται, χαρακτηρίζοντάς ‘τα ως διεστραμμένες φύσεις, περιθωριακές χυδαιότητες, ανήθικες πράξεις, εγωιστικές διαθέσεις, απαγορευμένες λέξεις και ανεπίτρεπτες καταστάσεις.
Μέσα στη σύγχρονη εποχή, όπου η χυδαιότητα και ο κυνισμός είναι καθημερινά φαινόμενα σε κάθε είδους συναλλαγές στις άνισες, διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, μήπως τελικά η ζωή του ήρωα δε είναι παρά ο ευσεβής πόθος ή, έστω μια από τις φαντασιώσεις όλων αυτών των ανθρώπων που βασανίζονται από μια πληθωρική επιθυμία και μια ακατανίκητη παρόρμηση να ικανοποιήσουν έστω για μια φορά τις ευαίσθητες ορέξεις τους; Πόσοι άνθρωποι δεν δοκιμάζουν κρυφά όσα οι ίδιοι στιγματίζουν ως απαγορευμένα, και έπειτα αυτομαστιγώνονται για κάθαρση και εξαγνισμό των μικροαστικών αμαρτιών τους;
Αντί να ψάχνει κανείς να εφεύρει την αισθητική ειρωνεία εκεί όπου δεν υπάρχει, ας ανοίξει τους οπτικούς του πόρους μπροστά στην αλήθεια: Οι αφροδίσιοι συναισθηματικοί δεσμοί είναι μέρος της ζωής του ανθρώπου. Όλοι έχουμε κορμιά με σεξουαλικά ένστικτα και όργανα που ουρούν, αφοδεύουν και αναζητούν την λύτρωση από τη δύνη του πόθου. Αν αρνηθούμε το πάθος, αν συντρίψουμε τον ατομικό πόθο, καταργούμε αυτόματα την προσωπική έκφραση, διαψεύδουμε την ειλικρίνεια της φύσης μας, χαραμίζουμε τους θησαυρούς που κρύβουμε μέσα μας. Ακόμα κι αν οι ζωές μας δεν είναι τόσο ικανοποιητικές όσο θα θέλαμε να είναι, ας μην επιτρέψουμε στο φόβο και στο φθόνο να μας κάνουν υποχείρια τους.
Ας αφήσουμε λοιπόν την αφήγηση που ακολουθεί, άλλοτε ρομαντικά, άλλοτε κυνικά και άλλοτε πάλι ωμά, να αποκαταστήσει τη σημασία των συναισθηματικών δεσμών, γιατί η φυσική αλήθεια μαρτυρά ότι το σεξ, ο έρωτας μπορεί και ενώνει ανθρώπους.
Υ.Γ. Το βιβλίο είναι διανθισμένο με αξέχαστα μουσικά τραγούδια. Κάθε ένα από αυτά, στην κατάλληλη στιγμή, σημάδεψε τη ζωή των ηρώων. Θα είναι όμορφα, κάθε φορά που συναντάτε ένα, να το αναζητάτε μουσικά και να αφήνετε τη μελωδία του να σας ταξιδέψει στην ψυχή των ηρώων… Εμείς στο τέλος του βιβλίου σας δίνουμε τα λόγια τους.
Καλή ανάγνωση!
«Λόγια Αρσενικά»
Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά
Τόσο Αληθινά, Παράλογα, Παράφορα
Με ελκύεις τόσο περίεργα, παράλογα, παράφορα.
Θέλω να σε χειρουργήσω. Θέλω να δω από τι είσαι φτιαγμένος. Να πιάσω τους χτύπους της καρδιά σου. Να μετρήσω την ανάσα σου. Να παίξω άρπα στις χορδές σου. Να αγγίξω τα αγγεία σου. Να μαλάξω τα έντερά σου. Να γευτώ το συκώτι σου. Να κολυμπήσω στους πνεύμονες σου, να αναπνεύσω μέσα από το βάθος του κορμιού σου. Να σβήσω τη δίψα μου με το αίμα σου δίχως να σου στερήσω τη ζωή αλλά διπλασιάζοντάς τη για σένα και μόνο. Θέλω να σερφάρω στις αρτηρίες σου, να κάνω κόλπα μαγικά με τα αιμοπετάλιά σου, να παίξω μήλα με τα λευκά σου αιμοσφαίρια, να χορέψω αγκαλιά με την πίεσή σου. Να πλεύσω πάνω στο ιστιοφόρο των ματιών σου. Να ζωγραφίσω με τα υγρά του μυαλού σου και να σκουπίσω το κορμί μου με τα σφουγγάρια του εγκεφάλου σου. Να φάω από το δικό σου σώμα, να πιώ από το δικό σου λαιμό, να ακούσω από τα τύμπανά σου, να πιάσω με τα δικά σου χέρια, να περπατήσω στα πόδια σου, να βαδίσω με το δικό σου πέλμα, να ακροβατήσω στα κόκαλά και τους μύες σου, να ρουφήξω με καλαμάκι τη λιμνοθάλασσα από τον ομφαλό σου.
Έχεις γίνει το όραμα και ο εφιάλτης μου! Σε λατρεύω!
Από την ποιητική συλλογή «Οσία»
Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά