1η Ερώτηση ΣΠΕΚ: Υπάρχει κάποιο γεγονός (ευχάριστο ή όχι) που θυμάστε έντονα; Σας επηρέασε, σας προβλημάτισε, σας άλλαξε τις αναζητήσεις, σας ενέπνευσε για δημιουργία και κέρδος;
Σ.Η.: 14/08/1974 – Άρχισε η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής. Κατόπιν διαταγής εγώ και ένας άλλος στρατιώτης με ένα μπαζούκα βρεθήκαμε προωθημένοι σε κάτι χαλάσματα 400 μέτρα από το τάγμα με εντολή αν εμφανιστούν τούρκικα άρματα να τα κτυπήσουμε. Σε κάποια στιγμή ο σύντροφος μου πανικοβλήθηκε και τρέχοντας κατευθύνθηκε πίσω στο τάγμα. Έμεινα εντελώς μόνος. Γύρω μου γινόταν χαμός από τις εκρήξεις. Άρχισε να με τυλίγει και εμένα ο πανικός – δεν τολμούσα όμως να παραβώ την διαταγή και να εγκαταλείψω την θέση μου. Εκεί που ήμουνα χαμένος και δεν ήξερα τι να κάνω άκουσα μια φωνή:
«Σαββάκη φίλε μου. Είμαι Δίπλα σου!» Ήταν ο φίλος μου ο λοχίας Λούκας που μέναμε στο ίδιο αντίσκηνο, που μόλις είδε σύντροφο μου να επιστρέφει πανικόβλητος, αυθόρμητα και εθελοντικά έτρεξε να βρεθεί δίπλα μου.
Ύστερα από λίγο το τάγμα μας οπισθοχώρησε χωρίς να νοιαστεί κάποιος να φωνάξει, αφήνοντάς μας στο έλεος των επερχομένων τούρκων. Τελικά μετά από πολλές περιπέτειες πιαστήκαμε αιχμάλωτοι και μεταφερθήκαμε στην Τουρκία. Ο Λούκας κινδύνευσε την ζωή του και για χάρη μου και πιάστηκε αιχμάλωτος. Ίσως να μου έσωσε την ίδια μου την ζωή. Κανείς δεν ξέρει ποια θα ήταν η τύχη μου αν παρέμενα μόνος και πανικόβλητος – κυριολεκτικά χαμένος στην θέση μου. Η ενέργεια του Λούκα εμπέδωσε μέσα μου την αξία της φιλίας και για αυτό τον λόγο σε όλα τα βιβλία μου αγγίζω και να πλάθω ιστορίες με επίκεντρο την φιλία.
2η Ερώτηση ΣΠΕΚ: Υπάρχει κάποιο έργο σας, λογοτεχνικό ή καλλιτεχνικό ή επιστημονικό που θα το κάνατε διαφορετικά ή καθόλου; Γιατί; Αν όχι, απαντήστε μονολεκτικά;
Σ.Η.: ΟΧΙ
3η Ερώτηση ΣΠΕΚ: Τί αναζητάτε ακόμη στην ζωή σας και την λογοτεχνική/ καλλιτεχνική/ επιστημονική/ επαγγελματική σας πορεία; Υπάρχουν συγκεκριμένες «ανησυχίες»;
Σ.Η.: Λόγω ηλικίας η επαγγελματική μου πορεία τελείωσε. Η λογοτεχνική μου δημιουργικότητα θα εξαρτηθεί από την υγεία μου και την διαύγεια πνεύματος. Προσδοκώ να απολαμβάνω τα αγαθά της ζωής ανάμεσα στην οικογένεια και φίλους. Ανησυχώ για όσα τραγικά και ανεπίτρεπτα γίνονται στο κόσμο ετούτο που μου γεννούν το ερώτημα: Γιατί ο Θεός κλείνει τα μάτια μπροστά στο δράμα των δημιουργημάτων του;
4η Ερώτηση ΣΠΕΚ: Τί σημαίνει για σας «καλή υστεροφημία»; Τί να θυμάται ο κόσμος για σας;
Σ.Η.: Αυτοί που με ήξεραν όταν περνούν μπροστά από το μνήμα μου να λένε απλά «Να ένας καλός άνθρωπος».
*
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΑΒΒΑΣ ΗΛΙΑ
Ο Σάββας Ηλία είναι το τρίτο στη σειρά παιδί οκταμελούς οικογένειας με πατέρα οικοδόμο. Γεννήθηκε το 1948 στο μικτό χωριό Αγγλισίδες της Κύπρου όπου φοίτησε μέχρι την έκτη δημοτικού.
Όταν ήταν 12 χρονών η οικογένεια μετακόμισε στην Λάρνακα με το Σάββα να μεταφέρει μαζί του τις γλύκες αλλά και πικρές αναμνήσεις της απλής αλλά και κάποτε πολυτάραχης ζωής στο χωριό τις οποίες συνέταξε στο βιβλίο του Πικρόγλυκες μνήμες. Στην Λάρνακα η οικογένεια η οικογένεια του Σάββα εγκαταστάθηκε σε ένα ημιτελές σπίτι δυο υπνοδωματίων, 100 μέτρα από την είσοδο του λεπροκομείου, όπου ο Σάββας διέκρινε την προκατάληψη την απέχθεια, ακόμη και τον φόβο έναντι των λεπρών και των συγγενών των, έννοιες που ο Σάββας μετέφερε στο μυθιστόρημα «το ερωτικό κελάηδημα της καρδερίνας».
Με την μετακόμιση στην Λάρνακα άρχισαν τα δύσκολα. Μόνη πηγή εισοδήματος ο πατέρας που έπρεπε να καταβάλλει και δόση δανείου. Ωστόσο, ο Σάββας γράφτηκε στο ιδιωτικό σχολείο της Αμερικανική Ακαδημίας αναλαμβάνοντας να δουλεύει ο ίδιος για να καλύψει τα δίδακτρα. Διακοπές, αργίες, σαββατοκύριακα ο Σάββας εργαζόταν ακατάπαυστα κάνοντας παντός είδους δουλειές – μέχρι που αποφοίτησε.
Μετά από μια έντονη στρατιωτική θητεία δυο χρόνων αναζήτησε εργασία και η μια απογοήτευση ακολουθούσε την άλλη. Αν και πρώτευε στις εξετάσεις, η αναμενόμενη επιστολή για πρόσληψη άρχιζε με «λυπούμαστε να σας πληροφορήσουμε…». Προφανώς έφταιγε η απουσία «μέσου» ή αριστερή καταγωγή του. Τελικά προσλήφθηκε αξιοκρατικά σε αγγλική τράπεζα αφού πρώτευσε στις εξετάσεις.
Τον Απρίλιο του 1974 ο Σάββας αρραβωνιάστηκε το κορίτσι που πολύ συμπαθούσε, την Γιαννούλα, αγνοώντας τις άμεσες ή έμμεσες προειδοποιήσεις ότι τα παιδιά που θα αποκτούσε πιθανό να ήταν όπως και η μικρότερη αδελφή Γιαννούλας που έπασχε με σοβαρής μορφής σύνδρομο down – Μογγολάκι για την εποχή εκείνη που η προκατάληψη ήταν στο απόγειο της. Βιώνοντας την απόρριψη της κοινωνίας και το δράμα των πεθερικών του έγραψε το βιβλίο η Κόρη του Κουασιμόδο που προβάλλει την προκατάληψη αλλά και την ηδονή που νιώθουν κάποιοι μπροστά στη συμφορά των άλλων.
Στον προδομένο πόλεμο του 1974 βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του πυρός και βίωσε την φρίκη του πολέμου και την κτηνωδία της ανθρώπινης φύσης. Από τύχη η θεία πρόνοια βγήκε ζωντανός από τον πόλεμο και την απάνθρωπη περιπέτεια της αιχμαλωσίας. Ουδέν κακό αμιγές καλού, οι περιπέτειες του 1974 τον ώθησαν να γράψει το πρώτο του βιβλίο 93+1 μέρες.
Στις 25/10/21 μεταδόθηκε από το ΡΙΚ το ραδιοφωνικό θεατρικό του έργο «Το τρομερό μυστικό του πατέρα» που μεταξύ άλλων προβάλλει τους άρρηκτους δεσμούς Ελλάδος και Κύπρου.
Δεν έχει μεγαλεπήβολα σχέδια για το μέλλον. Θα συνεχίσει να γράφει, να διαβάζει, να απολαμβάνει τα αγαθά της οικογενειακής ζωής και να συναναστρέφεται με τους φίλους που απέκτησε σε όλα τα φάσματα της ζωής του με αρχή το δημοτικό σχολείου.