Προλογικό Σημείωμα
Ο Σύνδεσμος Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου (ΣΠΕΚ), μετά τη μεγάλη επιτυχία που είχαν οι 4 προηγούμενοι Διαγωνισμοί Ποίησης Νέων [προς τιμή α) της Κικής Δημουλά, β) του Τάσου Λειβαδίτη, γ) του Γιάννη Ρίτσου και δ) του Μανόλη Αναγνωστάκη], προκήρυξε υπό την αιγίδα της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού και Δημόσιας Διπλωματίας του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος, 5ο Διαγωνισμό Ποίησης και Πεζόμορφου Στοχασμού με συνοδεία μίας φωτογραφίας κειμηλίου, με τίτλο: ΔΕΝ ΣΕ ΞΕΧΝΩ ΙΩΝΙΑ «Ω Σμύρνη πάντα εσύ μαργαριτάρι…» (Ανατολή | Κ. Παλαμάς). Ο συγκεκριμένος διαγωνισμός απευθύνθηκε σε άτομα κάθε ηλικίας με εμπνεύσεις τόσο από το υψηλό επίπεδο της ζωής στην Ιωνία μέχρι το 1921, όσο και από τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922). Η παρούσα αφιερωματική ανθολογία περιλαμβάνει τα έργα των συμμετεχόντων που διακρίθηκαν με επιτυχία.
Ευγνωμονώ τους συμμετέχοντες στην Ανθολογία «ΔΕΝ ΣΕ ΞΕΧΝΩ, ΙΩΝΙΑ, Ω Σμύρνη πάντα εσύ μαργαριτάρι…» του Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου, τα εκλεκτά μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης, τις εκδόσεις Αρχύτας και τη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού και Δημόσιας Διπλωματίας του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας, που χάρει στην έμπνευση, στο μεράκι, στη στήριξη και στη μεταξύ μας συνεργασία, μέσα από τούτη την έκδοση προβάλλει μπροστά σε όλους μας η όλη όψη της αξέχαστης Ιωνίας, έτσι που νιώθω μια συγκίνηση διαφορετική, στο βαθύ της καρδιάς και στα έγκατα της σκέψης. Στα έργα των 30 συμμετεχόντων της Ανθολογίας συνυπάρχουν όλα: ο πόνος για την απώλεια, η νοσταλγία για το ωραίο, για την προκοπή, η ελπίδα για την αναβίωση της ρίζας, και πέρα από αυτά, ένα ιστορικό δίδαγμα να προστατεύουμε τα ιερά και όσια και γενικά ό,τι κατόρθωσε ο Πολιτισμός μας για αιώνες…κι ας τον μεταλαμπαδεύουμε με αξιοπρέπεια… Δε σε ξεχνώ Ιωνία, από την Έφεσσο του Ηράκλειτου ως τα Βουρλά του Σεφέρη. Δε σε ξεχνώ, Ιωνία, απ’ το Αϊβαλί του Ηλία Βενέζη ως το Αϊδίνιο της Διδώς Σωτηρίου, και ως τα ενθυμήματα σου και ως την αρχοντιά σου. Άξια η Μνήμη της Ιωνίας-Σμύρνης!
Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά
Πρόεδρος Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου | ΣΠΕΚ
Χαιρετισμoί Έκδοσης
Χαιρετισμός Ι. Χρυσουλάκη στην έκδοση για τον 5ο Διαγωνισμό Ποίησης και Πεζόμορφου Στοχασμού του Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου- ΣΠΕΚ
ΔΕ ΣΕ ΞΕΧΝΩ ΙΩΝΙΑ “Ω Σμύρνη πάντα εσύ μαργαριτάρι…”
Με τη συμπλήρωση εκατό ετών από την καταστροφή της Σμύρνης, ο νους μας γυρίζει και πάλι στα ματωμένα χώματα του Μικρασιατικού Ελληνισμού, στη δράση φιλάνθρωπων φιλελλήνων του 20ου αιώνα, καθώς και στους εκατοντάδες χιλιάδες πολυτάλαντους και δημιουργικούς ανθρώπους, που άρχισαν στη χώρα μας μια νέα ζωή, κομίζοντας από την παλιά τους πατρίδα τη σοφία ενός πολιτισμού τριών χιλιάδων χρόνων. Φέτος, πλήθος εκδηλώσεων και πρωτοβουλιών μας θυμίζουν το 1922, τα πριν, τα τότε, τα μετά. Και ορθώς, η φετινή επέτειος μπορεί να ιδωθεί με μια νέα, σύγχρονη ματιά έτσι ώστε να συνδέει το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον του Ελληνισμού. Η ωριμότητα μιας κοινωνίας εξαρτάται από την ικανότητά της να στοχάζεται κριτικά την πορεία της, να βαθαίνει την αυτογνωσία της, να μαθαίνει από το παρελθόν της για να σχεδιάζει καλύτερα το μέλλον της.

Η Ελλάδα, αποτελεί σήμερα μια σταθερή ευρωπαϊκή φιλελεύθερη δημοκρατία, κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία μπορεί να ανατρέχει στην ιστορία της με ώριμη απόσταση, χωρίς τις υπερβολές της εχθροπάθειας και της θυματοποίησης. Η επέτειος του 1922 δίνει την αφορμή για αναδρομές στον τρόπο που η Ελλάδα έδρασε και βίωσε αυτή την ιστορική τομή. Βαλκανικοί πόλεμοι, συμμετοχή στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εθνικός διχασμός, μικρασιατική εκστρατεία, Ελληνοτουρκικός πόλεμος, ανταλλαγή πληθυσμών. Η περίοδος 1911-1923 καθόρισε τη σύγχρονη Ελλάδα. Άξια θαυμασμού αναδείχθηκε η ικανότητα που επέδειξε το ελληνικό κράτος και βαθμιαία η ελληνική κοινωνία, να επουλώσει τις πληγές. Με την πολιτική τόλμη της ηγεσίας μετά τον πόλεμο, με την ασυνήθιστη αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού για την αποκατάσταση των προσφύγων, με τις φωτισμένες πρωτοβουλίες διάσωσης του πολιτισμού και των βιωμάτων τους. Κυρίως όμως με τον δυναμισμό που έδειξαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες για να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους, οι περισσότεροι ξεκινώντας από το μηδέν, χτίζοντας και μεταμορφώνοντας τις συνοικίες της Αθήνας, του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης και των άλλων πόλεων. Πίσω από αυτές τις καταστάσεις υπήρχε η εποποιΐα των απλών ανθρώπων, η θέληση για ζωή μετά την καταστροφή.
Δεν είναι μόνο η καταγωγή που καθιστά τους Έλληνες της Μικράς Ασίας τον κρίκο που ενώνει τη σύγχρονη Ελλάδα μ’ έναν τόπο δισχιλιετούς ιστορίας, τόπο που αποίκησαν οι Μιλήσιοι εγκαθιδρύοντας έναν φωτεινό ιωνικό πολιτισμό, τόπο που ανέδειξε, στα μεταγενέστερα χρόνια, ένδοξες αυτοκρατορίες κι ακόμη αντηχεί από τους θρύλους τους, τόπο που ποτίστηκε με αίμα ηρώων και αγίων. Είναι το πάθος με το οποίο διατηρούν την ταυτότητά τους. Κι αυτή ορίζεται από την προσπάθειά τους να συνδεθούν με το ιστορικό παρελθόν ενός τόπου μακρινού, την αναζήτηση των ιχνών του περάσματος των προγόνων τους από εκεί, τη νοσταλγία για έναν τρόπο ζωής που δεν βιώθηκε από τη νεότερη γενιά, αλλά διατηρείται ακέραιος στη μνήμη του έθνους.
Τη μεγάλη περιπέτεια δεν τη βίωσαν µόνο οι Έλληνες της Mικράς Aσίας, της Ανατολικής Θράκης και του Πόντου, αλλά και οι Έλληνες στρατιώτες στην Aνατολή, πολλοί από τους οποίους ήταν στρατευμένοι µια ολόκληρη δεκαετία (1912-1922). Την έζησαν, επίσης, οι κάτοικοι του ελλαδικού χώρου, οι οποίοι σε µια δύσκολη οικονοµικά και πολιτικά περίοδο για την Ελλάδα αντιμετώπισαν το μεγάλο κύμα των προσφύγων. Η Ελλάδα που ήταν καθημαγμένη και ηττημένη, έπρεπε να τους περιθάλψει, να τους ντύσει, να τους ταΐσει, να χτίσει σπίτια για να τους στεγάσει. Είναι γνωστές οι επιδόσεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας στις επιστήμες, την παιδεία, τα γράμματα, τις τέχνες, την οικονομία, το εμπόριο, τον αθλητισμό, την κοινωνική πρόνοια και σε όλες γενικά τις κοινωνικές δραστηριότητες.
Με την Συνθήκη της Λωζάνης και την άφιξη των προσφύγων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, επέρχονται βαθιές τομές στην ελληνική κοινωνία σε όλα τα επίπεδα: οικονομικό (δημιουργία πολυπληθούς εργατικής τάξης στα μεγάλα αστικά κέντρα και ανάπτυξη νέας δυναμικής), πολιτικό (νέα δεδομένα), καθώς και πολιτισμικό (νέα μουσικά ακούσματα, κουζίνα, νέες πνευματικές αναζητήσεις και λογοτεχνικά ρεύματα). Η μαρτυρική έξοδος προς την Ελλάδα δεν σημαδεύτηκε μόνο από τη βία, τις διώξεις, τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ισχυρών της εποχής, αλλά και από την καλοσύνη και τη δράση φιλάνθρωπων φιλελλήνων του 20ου αιώνα. Ήταν ο Αμερικανός πάστορας Έιζα Τζένινγκς, o οποίος οργάνωσε και διηύθυνε τη διάσωση 500.000 προσφύγων από τα μικρασιατικά παράλια, πολλές φορές πληρώνοντας ο ίδιος τα ναύλα της μεταφοράς με τα ξένα πλοία, και αργότερα κινητοποιώντας ολομόναχος τον ελληνικό στόλο να σπεύσει για τη σωτηρία τους. Ήταν ο Αμερικανός επίσης, γνωστός διπλωμάτης Χένρι Μοργκεντάου, πρέσβης των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος, όχι μόνο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη σωτηρία του Μικρασιατικού Ελληνισμού, αλλά συνέχισε την μεγάλη του προσφορά, αναλαμβάνοντας το 1923 πρόεδρος της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων.
Μετά από τόσους αγώνες και θυσίες ο ελληνικός λαός επέστρεφε στον ειρηνικό βίο που απερίσπαστος επιχειρούσε να βάλει τα θεμέλια για τη δημιουργία ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, στα γεωγραφικά σύνορα που γνωρίζουμε σήμερα και που προσδιορίστηκαν με σαφήνεια από τα αναλυτικά κείμενα της συνθήκης της Λωζάνης. Οι χαμένες πατρίδες των Ελλήνων συνθέτουν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο της ελληνικής ιστορίας που ακόμη ψάχνει να βρει μια θέση στις σελίδες της. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, με κίνητρο την προαιώνια δίψα της φυλής για εξάπλωση και καλύτερη ζωή, εκατομμύρια Έλληνες αποχωρίζονται -φυσικά, όχι όμως και συναισθηματικά- από τον εθνικό κορμό και πορεύονται σε άλλους τόπους. Με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό ετών από την καταστροφή της Σμύρνης και τον ξεριζωμό περίπου 1.500.000 χριστιανών ορθοδόξων της ευρύτερης περιοχής της Ανατολίας από τις πατρογονικές τους εστίες, ο νους μας γυρίζει και πάλι στα ματωμένα χώματα του Μικρασιατικού Ελληνισμού, αναπόσπαστο κομμάτι της Ιστορίας μας, κοιτίδα πολιτισμού που πέρασε από την ιστορία στη μνήμη και στην καρδιά όλων των Ελλήνων. “Ο άνθρωπος έχει ρίζες, κι όταν τις κόψουν πονεί”, έλεγε ένας άλλος πρόσφυγας, ο Γιώργος Σεφέρης. Ωστόσο, η μνήμη των δραματικών γεγονότων γύρω από τη Μικρασιατική Καταστροφή διατηρήθηκε άσβεστη μέσα από τις αφηγήσεις και τη λογοτεχνία µας και κυρίως στην πεζογραφία, που έχει να παρουσιάσει πολύ αξιόλογα σχετικά έργα, όπως η «Αιολική Γη» του Ηλία Βενέζη, που ήταν και υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ το 1960 και το 1963. Άλλωστε, η αφήγηση είναι η πράξη επικοινωνίας με τον/την αφηγητή/τρια να παρουσιάζει τις απαραίτητες πληροφορίες για τον τόπο, χρόνο, τα πρόσωπα αλλά και τα γεγονότα μέσα από ιστορίες και βιώματα.
Έτσι λοιπόν, χαράχτηκε μέσα στην ελληνική κοινωνία αλλά και στις μικρασιατικές προσφυγικές οικογένειες, όπου γης, το αφήγημα που εξιστορεί τα γεγονότα της εποχής. Εξάλλου, και ο Τύπος της εποχής έχει καταγράψει τόσο τις επιδόσεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας όσο και τα τραγικά γεγονότα της περιόδου, αποτελώντας πολύτιμο τεκμήριο ιστορικής μνήμης. Θα ήθελα να θυμίσω μερικούς στίχους από ένα ποίημα του νομπελίστα ποιητή μας, Γιώργου Σεφέρη, το «Το σπίτι κοντά στη θάλασσα», μια αναφορά στο πατρογονικό του σπίτι στη Σκάλα Βουρλών της Σμύρνης, το σπίτι της αρχοντικής γιαγιάς από τους Τενεκίδηδες, το σόι της μητέρας του. Για το Σεφέρη το σπίτι αυτό λειτουργεί συγκινησιακά, με συναισθηματική φόρτιση, είναι ο προσωπικός βιωμένος χώρος του, σε αντιδιαστολή με την ιστορική και διαχρονική προσέγγιση του Ελληνισμού που διατρέχει το σύνολο σχεδόν του έργου του.
Λέει ο ποιητής :
«Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν.
Έτυχε να ‘ναι τα χρόνια δίσεχτα·
πολέμοι χαλασμοί ξενιτεμοί·
κάποτε ο κυνηγός βρίσκει τα διαβατάρικα πουλιά κάποτε δεν τα βρίσκει·
το κυνήγι ήταν καλό στα χρόνια μου, πήραν πολλούς τα σκάγια·
οι άλλοι γυρίζουν ή τρελαίνουνται στα καταφύγια
….
Δεν ξέρω πολλά πράγματα από σπίτια, θυμάμαι τη χαρά τους και τη λύπη τους
…
Ξέρεις τα σπίτια πεισματώνουν εύκολα, σαν τα γυμνώσεις».
Παρά τις δυσκολίες ενσωμάτωσης και αποκατάστασης των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, τις καθυστερήσεις, τις ελλείψεις και τις αναπόφευκτες για ένα τόσο μεγάλο εγχείρημα αδικίες, εκατοντάδες χιλιάδες πολυτάλαντοι και δημιουργικοί άνθρωποι άρχισαν στη χώρα μας μια νέα ζωή. Επιτεύχθηκε εθνική ομοιογένεια, ειδικά στη Μακεδονία και τις παραμεθόριες περιοχές της, αναζωογονήθηκαν και τονώθηκαν η οικονομία, η λογοτεχνία, τα γράμματα, οι τέχνες. Με τον τρόπο αυτό, η καταστροφή του 1922 μετατράπηκε σε κοινωνικό και οικονομικό θρίαμβο, γεγονός που αποτελεί, όπως σωστά έχει γραφτεί, το μεγαλύτερο ειρηνικό επίτευγμα του νεοελληνικού κράτους.
Κλείνοντας, θα ήθελα να σας συγχαρώ για την πρωτοβουλία σας, η οποία συμβάλλει στο εθνικό και ιστορικό χρέος να κρατήσουμε τις μνήμες ζωντανές, να κρατηθεί η φλόγα αναμμένη.
Με εκτίμηση,
Ομότ. Καθ. Ιωάννης Χρυσουλάκης
Γενικός Γραμματέας Απόδημου Ελληνισμού
και Δημόσιας Διπλωματίας
1922-2022. Ένας αιώνας πένθους, αλλά και πρόσκλησης να ξαναδιαβάσουμε τους σπουδαίους συγγραφείς μας που έγραψαν το έπος και την τραγωδία του ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Τα πεζά και ποιητικά τους έργα δεν είναι μια απλή περιγραφή ή μυθοποίηση. Είναι η ίδια η ιστορία μας. Είναι η καρδιά μας, το αίμα μας, όπως γράφει ο Ηλίας Βενέζης. Γραμμένα με ευαισθησία που δεν ηρεμεί αλλά δυναμώνει την οδύνη, υμνούν και συνάμα πενθούν τη μεγάλη καταστροφή, που μόνο αρχαία τραγωδία μπορεί να φέρει στο νου μας. Θερμά συγχαρητήρια στους νέους συγγραφείς που έχουν κερδίσει μια θέση σε αυτή την πολύτιμη ανθολογία. Θερμά συγχαρητήρια και ευχαριστίες στην εξαιρετική πρόεδρό μας.
Ζωή Σαμαρά
Ομότιμη Καθηγήτρια, Α.Π.Θ.
(Θεωρίας της Λογοτεχνίας και του Θεάτρου)
Διαβάζοντας προσεκτικά τα ποιήματα του καλαίσθητου αυτού εδώ τόμου, διανθισμένα με συγκλονιστικό φωτογραφικό υλικό, συνειδητοποίησα εντονότερα, ακόμα μια φορά, ότι η ποίηση, στη συμπυκνωμένη εξιλεωτική της δύναμη, είναι έκρηξη ψυχής, συχνά με κραυγές απόγνωσης ή με έλλογη σιωπή. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ιστορική μνήμη και ο πόνος για τις χαμένες πατρίδες ευαίσθητων, νέων στην πλειονότητά τους ποιητριών και ποιητών. Η καταστροφή τη Σμύρνης εκφράζει εύγλωττα την απόλυτη συμφορά που βρήκε τον μικρασιατικό ελληνισμό ο οποίος ξεριζώθηκε βίαια από τις πατρογονικές του εστίες, ύστερα από τόσες χιλιάδες χρόνια.
Ο Οκτάβιος Μερλιέ (1897-1976), κορυφαίος φιλέλληνας του 20ού αιώνα, στυλοβάτης του Κέντρου Μικρασιατικών Ερευνών που ίδρυσε η σύζυγός του Μέλπω Λογοθέτη και διευθύνει επί σειρά ετών ο ακαδημαϊκός Πασχάλης Κιτρομηλίδης, αναθυμάται: «Τα γεγονότα της Μικράς Ασίας με είχαν συγκινήσει πρωτύτερα στο Παρίσι το 1922, μόλις έγινε η καταστροφή. Τότε, στο Νεοελληνικό Ινστιτούτο, μπροστά στον καλό μας δάσκαλο, τον Hubert Pernot, άκουσα από τρεις Ελληνίδες -οι δύο ήταν από τη Σμύρνη, η Πολύμνια Λάσκαρη και η Άννα Γιαννοπούλου, σκληρά πληγωμένες στην ψυχή, και οικονομικώς καταστραμμένες από τη συμφορά της Σμύρνης, η τρίτη ήταν από την Κύπρο, -ξέχασα τ’ όνομά της-, άκουσα τον πιο σπαραχτικό θρήνο για τον Ελληνισμό που είχε δολοφονηθεί, για την προδοσία των Μεγάλων Δυνάμεων, για το θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που είχαν σκοτωθεί, κρεμαστεί, πολλοί μάλιστα είχαν ενταφιαστεί ζωντανοί, για τις καταστραμμένες πολιτείες, για το σβήσιμο μέσα στο αίμα, πολιτισμού τριών χιλιάδων ετών, για το απέραντο Βυζαντινό Κράτος, πού υπήρξε για αιώνες πιο Ευρωπαϊκό από τα κράτη της Ευρώπης, και, μονοκοντυλιάς, είχε εξαφανιστεί κάθε ανάμνησή του από το χάρτη της υφηλίου…». «Όλα αυτά για να τιμωρηθεί ένας μικρός λαός που είχε εκφράσει την ψυχική εξάντλησή του ύστερα από δέκα ετών πολέμους (1912-1922) και καταψηφίσει, νομίμως, κατά τις εκλογές που είχαν εγκρίνει οι Σύμμαχοι, τον Βενιζέλο, το σύμμαχο των Συμμάχων, και ζητήσει την επιστροφή του βασιλιά του, πού ήταν ο αντίπαλός τους». [«Η πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία: Προσωπικές αναμνήσεις», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, 1, 1977, 11-17, βλ. σελίδες 13-14.]
Ο πατέρας μου Γεώργιος, γεννημένος στην Ανατολή Ιεράπετρας το 1901, πολέμησε με ηρωισμό, όπως όλοι οι Έλληνες στρατιώτες, στη μάχη του Αφιόν Καραχισάρ. Σώθηκε ως εκ θαύματος. Ύστερα από πολύμηνες περιπέτειες και εξουθενωτικές πεζοπορίες, επέστρεψε ρακένδυτος στην Ελλάδα. Πληρώσαμε ακριβά τα λάθη μας, ας ελπίσουμε ότι δεν θα τα επαναλάβουμε, συνήθιζε να λέει στα οκτώ του παιδιά με δάκρυα στα μάτια. Ο πεθερός μου Γεώργιος Παπαβασιλείου ήρθε οκτώ χρονών παιδάκι από το Λιβίσι στην Ιεράπετρα με τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του, με μόνο περιουσιακό στοιχείο ένα μικρό μπόγο, χωρίς τον πατέρα τους Γιάννη και τα δύο άλλα αδέλφια του, τον Βλάση και την Πιπίνα που θανάτωσαν βίαια οι Τούρκοι. Δεν υπάρχει ελληνική οικογένεια που να μην έχει νιώσει, άμεσα ή έμμεσα, την ανείπωτη τραγωδία του ξεριζωμού. Τα «γυμνά σπίτια που θυμούνται και πεισμώνουν» υποδεικνύουν με τον πιο δραματικό τρόπο το δικό μας ιερό χρέος απότισης αιώνιου φόρου τιμής στα αθώα θύματα της βαρβαρότητας του πολέμου.
Χριστόφορος Χαραλαμπάκης
Ομότιμος Καθηγητής της Γλωσσολογίας
στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών
Με χαρά ανταποκρίνομαι στην πρόσκληση να γράψω δυο εισαγωγικά λόγια για μια ποιητική ανθολογία που γεννήθηκε από τη διασταύρωση της ιστορικής μνήμης με τη λογοτεχνική ευαισθησία — και με αφορμή την επέτειο του 1922. Εκατό χρόνια μετά, εμείς οι Έλληνες ως έθνος και ως συλλογική συνείδηση, έχουμε τα εφόδια να διαθέτουμε μια καθαρή και νηφάλια γνώση για τα ιστορικά γεγονότα. Τα πάθη έχουν καταλαγιάσει και η ιστορική επιστήμη έχει κομίσει τα τεκμήρια και τα πορίσματά της. Το έτος 1922 ασφαλώς τέμνει τη διακοσιετηρίδα του νεότερου ελληνισμού, από την Επανάσταση του 1821 ως σήμερα. Τα χρόνια 1912-1922 συνιστούν δίχως άλλο την πιο σημαντική και την πιο πυκνή δεκαετία της ελληνικής ιστορίας μετά από εκείνη του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Κατ’ ουσίαν η δεκαετία αυτή επανιδρύει το ελληνικό κράτος: αφενός οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος διεύρυναν εντυπωσιακά τα όρια της χώρας έτσι ώστε η Ελλάδα να γίνει ένα από τα μεσαία πλέον κράτη της Ευρώπης, αφετέρου η δραματική έκβαση του Μικρασιατικού Πολέμου και η συνακόλουθη ανταλλαγή των πληθυσμών ενίσχυσαν την εθνολογική και θρησκευτική ομοιογένεια της χώρας μεταγγίζοντας στον εθνικό κορμό ένα εξαιρετικά δυναμικό κομμάτι του ελληνισμού.
Η Ιστορία δεν είναι όμως επικράτεια ευτυχίας, όπως έλεγε ο Χέγκελ. Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν τραυματικές ανατροπές τόσο στη μακρο-ιστορία όσο και στη μικρο-ιστορία των απλών ανθρώπων. Ένας ενιαίος πολιτισμικά και οικονομικά χώρος για τρεις χιλιετίες ένθεν και ένθεν του Αιγαίου Πελάγους διερράγη απότομα. Εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων έχασαν τη ζωή τους ή βίωσαν με δραματικό τρόπο την απώλεια, την κακουχία και τον ξεριζωμό. Τα μεγάλα, τα δραματικά γεγονότα γεννούν όμως και ισχυρές, ανεξίτηλες μνήμες. Καθώς η πρώτη γενιά των προσφύγων έχει εκλείψει, οι μνήμες αυτές έχουν μετασχηματιστεί σε πολιτισμική μνήμη, σύμφωνα με την ορολογία του Jan Assmann, όπως τη διατύπωσε στο κλασικό βιβλίο του με αυτόν ακριβώς τον τίτλο, και η οποία ερείδεται στο τρίπτυχο ανάμνηση, γραφή και συλλογική ταυτότητα. Έτσι γινόταν άλλωστε πάντοτε. Ο πόλεμος, ο εκπατρισμός, ο νόστος ή η καταφυγή σε νέα πατρίδα αποτέλεσαν την κινητήριο δύναμη της λογοτεχνικής έμπνευσης για τα καταστατικά έπη τόσο των Ελλήνων όσο και των Ρωμαίων.
Ένα τέτοιο δείγμα πολιτισμικής μνήμης είναι η ανά χείρας ποιητική ανθολογία. Ο Σύνδεσμος Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου είχε την πολύτιμη έμπνευση να προσαρμόσει τον θεσμό των ποιητικών διαγωνισμών του στην επέτειο για τα εκατό χρόνια από το 1922. Το αποτέλεσμα ήταν να επιλεγεί ένα corpus τριάντα συμβολών οι οποίες συγκροτούν τον παρόντα τόμο. Η προσωπική μνήμη έτσι μετουσιώνεται σε δημόσια λογοτεχνική μαρτυρία. Είναι πολύ ευχάριστο ότι μεταξύ των συμμετεχόντων εμφανίζονται και πολύ νέοι άνθρωποι, τέταρτη πια γενιά των τότε προσφύγων, οι οποίοι διαιωνίζουν την αξιοτίμητη μνήμη τους στο πιο υψηλό φανέρωμα του λόγου. Μόνο έπαινος αξίζει σε όσες και όσους συνέδραμαν στο εγχείρημα, και όλοι εμείς που έχουμε τη χαρά να φυλλομετρούμε τον τόμο με αναγνωστική συγκίνηση τούς τον απονέμουμε με γενναιοδωρία.
Βασίλειος Π. Βερτουδάκης
Αναπληρωτής Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας
του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η συμπλήρωση φέτος 100 χρόνων από την τραγωδία της Μικρασίας, που αποτελεί μια από τις πιο μελανές σελίδες της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας είναι, αναμφίβολα, μια θλιβερή επέτειος που ξυπνά θύμησες πικρές και επώδυνες, τόσο για τους μικρασιατικής καταγωγής Έλληνες, όσο και για τον απανταχού ελληνισμό. Πέρα όμως από μέρα μνήμης και απόδοσης τιμής για τις χιλιάδες των νεκρών της πρωτόγνωρης και ανείπωτης αυτής τραγωδίας, είναι ταυτόχρονα η ιστορική αυτή επέτειος και μια ευκαιρία αναστοχασμού για τα ιστορικά δεδομένα που οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή. Κι οφείλουμε όχι μόνο να μελετάμε και να γνωρίζουμε τα γεγονότα της μικρασιατικής τραγωδίας, αλλά και για να αναστοχαζόμαστε, για να μπορούμε να αντλούμε τα ανάλογα μηνύματα και συμπεράσματα ως λαός, ώστε να βαδίζουμε προς το μέλλον με συνετά και στέρεα βήματα, χωρίς πισωγυρίσματα και ολέθριες πολιτικές επιλογές, που μόνο εθνικές τραγωδίες προκαλούν και νέα δεινά προοιωνίζονται για τον δύσμοιρο τόπο και τον λαό μας.
Τους πιο πάνω στόχους υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο και η Ανθολογία Ποίησης για την Ιωνία, που φέρει τη σφραγίδα των εκδόσεων του Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου (ΣΠΕΚ) και περιλαμβάνει όλα τα έργα που διακρίθηκαν στον 5ο Διαγωνισμό Ποίησης και Πεζόμορφου Στοχασμού με συνοδεία μίας φωτογραφίας κειμηλίου, με τίτλο: «Δεν σε ξεχνώ Ιωνία- Ω Σμύρνη πάντα εσύ μαργαριτάρι…» (Κ. Παλαμάς, «Ανατολή»). Ο Διαγωνισμός, που είναι προφανές ότι στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία και τελούσε υπό την αιγίδα της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού και Δημόσιας Διπλωματίας του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, έδωσε την ευκαιρία σε μεγάλοαριθμό νέων λογοτεχνών να ενδιατρίψουν στην Ιστορία της Ιωνίας και του ευρύτερου μικρασιατικού ελληνισμού και να αναδείξουν μέσα από τα ποιήματα και τα πεζόμορφα κείμενά τους, τόσο τα όμορφα ειρηνικά και δημιουργικά χρόνια του μικρασιατικού ελληνισμού στην προ του 1922 περίοδο, όσο και τις τραγικές εμπειρίες του μικρασιατικού πολέμου και της απώλειας αγαπημένων προσώπων, της προσφυγιάς και της αναζήτησης μιας καλύτερης τύχης στη μητροπολιτική Ελλάδα, στην Κύπρο και αλλαχού, μακριά από την αγαπημένη και αλησμόνητη γενέθλια γη της Ιωνίας.
Διαβάζοντας τα κείμενα που διακρίθηκαν ταξιδεύει κανείς στον κόσμο της Ιωνίας, μέσα από τις ατραπούς της ποιητικής έμπνευσης και της γραφίδας, που έχει τη μαγική δύναμη να αγγίζει την ψυχή, να δονεί τη συνείδηση και τον λογισμό, ξυπνώντας μνήμες χαράς και ειρηνικής συνύπαρξης αλλά και μνήμες πικρές, πολεμικές, μνήμες θανάτου, μισεμού, προσφυγιάς, εγκατάλειψης αλλά και ελπίδας για μια καινούργια ζωή. Όλα αυτά τα συναισθήματα, με μια πικρή γεύση οδύνης για την απώλεια της Ιωνίας, που συντελέστηκε πριν από 100 χρόνια και είναι πια μια μη αναστρέψιμη ιστορική πραγματικότητα, διακατέχουν τον κάθε αναγνώστη καθώς κάνει το ταξίδι στην Ανθολογία Ποίησης «Δεν σε ξεχνώ Ιωνία», για την οποία αξίζουν τα πιο θερμά συγχαρητήρια στον Σύνδεσμο Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου (ΣΠΕΚ) και ιδιαίτερα στην πρόεδρό του Σίσσυ Σιγιουλτζή-Ρουκά, που είχε και την ευθύνη της όλης έκδοσης.
Δρ Κώστας Κατσώνης
φιλόλογος-συγγραφέας
Από το Οπισθόφυλλο έκδοσης
