Αρθρογραφία

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ Πώς μίλησε και βρόντηξε τη Χούντα τρεις μέρες μετά τον θάνατό του

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ Πώς μίλησε και βρόντηξε τη Χούντα τρεις μέρες μετά τον θάνατό του

Εισαγωγή

Μπορεί ένας άνθρωπος να μιλά και να επιτίθεται, αφού προηγουμένως έχει πεθάνει; Ναι, όταν είναι ποιητής (ή σημαντικός ηγέτης, με το παράδειγμά του) και προασπίζεται το δίκαιο. Γιατί, όπως είπε ο Αισχύλος και ο Μακρυγιάννης: «Αν αδικούμε, χάνουμε!».

Πρώτη απογύμνωση - κατά ανίκανων ημετέρων

Ο Σεφέρης σε ποιήματα και πεζά του απογυμνώνει πρόσωπα που έβλαψαν την Ελλάδα κατά την Κατοχή, την Αγγλοκρατία της Κύπρου, τη Δικτατορία. Ως έντιμος πατριώτης με δημοκρατικές θέσεις δεν κρύβει τον θυμό του για ανίκανους πολιτικούς στην Κατοχή, όταν ο λαός υπέφερε. Δεν διστάζει να τους στολίσει ‘αντιδιπλωματικά’ (‘χρεοκοπημένοι’  ‘παπαρδελίζοντες’, ‘ελεεινοί’, ‘μύγες’, ‘χαλκομανίες’, ‘θέλουν καρπάζωμα’, ‘μωροί’).  Στο ποίημα ‘Μέρες τ’ Απρίλη ’43’ γράφει: ‘Προχωρεί, παραπατώντας, δαχτυλοδειχτούμενος,/ κι ένας πηχτός αγέρας φέρνει γύρα / σκουπίδια, καβαλίνα, μπόχα και καταλαλιά…’.  «Στα σκοτεινά πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε… οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά. Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσουν», καταλήγει απογοητευμένος στο ποίημα «Τελευταίος σταθμός»  (22/8/1945, Cava dei Tirreni, Σαλέρνο Ιταλίας).

 

‘Σαλαμίνα’, ‘Οι γάτες του Άη Νικόλα’ και Σεφέρια προφητεία

Ο Σεφέρης στην Κύπρο εντόπισε την ύβρη των Άγγλων. Χρησιμοποιούσαν χαφιέδες, ακόμα και τον διάσημο συγγραφέα Durrel που τον διόρισαν, για την προπαγάνδα τους, ως Διευθυντή του Γραφείου Πληροφοριών, Τύπου και του Ραδιοφωνικού Σταθμού. Το ποίημα ‘Σαλαμίνα της Κύπρος’ προαγγέλλει χωρίς ρητορείες την τελική επικράτηση του δικαίου στην Κύπρο και την απελευθέρωση της από τους Άγγλους κατακτητές.  Προφητική και κάθετη η φωνή του ποιητή: ‘Η γης δεν έχει κρικέλια για να την πάρουν στον ώμο (οι ξένοι) και να φύγουν’. Έρχονται, παρέρχονται, αλλά η γη πάντα μαζί μας. Οι Άγγλοι θα χάσουν, γιατί αδικούν και συμπεριφέρονται με ύβρη και αλαζονεία – όπως για τον ίδιο λόγο έχασαν οι Πέρσες στη Σαλαμίνα, κατά τον Αισχύλο στο έργο ‘Πέρσες’.

Το ποίημα ‘Οι γάτες του Άη Νικόλα’ το άρχισε τα Χριστούγεννα του 1952 στην Κύπρο, το παράτησε το 1956, για να το ολοκληρώσει στις 5 Φεβράρη 1969 στην Αθήνα, ως  αλληγορικό εναντίον της Αγγλοκρατίας, αλλά και της Χούντας. Το βάσισε σ’ ένα μύθο της Κύπρου και έτσι, η Χούντα «δεν πήρε μυρωδιά» τον πρέσβη και ποιητή Σεφέρη.

Ο Σεφέρης, αναφέρεται στον ομώνυμο μύθο, όπου ‘μιλιούνια φίδια στον τόπο… την κάθε αυγή χτυπούσε μια καμπάνα / και ξεκινούσαν τσούρμο για τη μάχη με τα φίδια’. Και πέρασαν καιροί, λαβωμένες οι γάτες-αγωνίστριες, ‘ξολόθρεψαν τα φίδια μα στο τέλος / χαθήκανε• δεν άντεξαν τόσο φαρμάκι.’ Το ποίημα είναι αισιόδοξο – αφού τα φίδια (εγκάθετοι, προδότες κ.ά.) εξολοθρεύονται… αν και ‘αιώνες φαρμάκι, γενιές φαρμάκι’.

Μίλησε και βρόντηξε τη Χούντα, τρεις μέρες μετά τον θάνατό του

Ο Σεφέρης τον Φεβράρη του 1971 μίλησε με πατριωτισμό και ειλικρίνεια στο BBC γιατί αισθάνθηκε επιτακτικό χρέος «να εκθέσει» τη δικτατορία στην Ελλάδα και είπε τότε:

«Κλείνουν δυὸ χρόνια ποὺ μᾶς ἔχει ἐπιβληθεῖ ἕνα καθεστὼς ὁλωσδιόλου ἀντίθετο μὲ τὰ ἰδεώδη γιὰ τὰ ὁποῖα πολέμησε ὁ κόσμος μας καὶ τόσο περίλαμπρα ὁ λαός μας στὸν τελευταῖο παγκόσμιο πόλεμο. Εἶναι μία κατάσταση ὑποχρεωτικῆς νάρκης, ὅπου ὅσες πνευματικὲς ἀξίες κατορθώσαμε νὰ κρατήσουμε ζωντανές, μὲ πόνους καὶ μὲ κόπους, πᾶνε κι αὐτὲς νὰ καταποντιστοῦν μέσα στὰ ἑλώδη στεκούμενα νερά. Δὲ θὰ μοῦ ἦταν δύσκολο νὰ καταλάβω πῶς τέτοιες ζημιὲς δὲ λογαριάζουν πάρα πολὺ γιὰ ὁρισμένους ἀνθρώπους. Δυστυχῶς δὲν πρόκειται μόνον γι᾿ αὐτὸ τὸν κίνδυνο. Ὅλοι πιὰ τὸ διδάχτηκαν καὶ τὸ ξέρουν πὼς στὶς δικτατορικὲς καταστάσεις ἡ ἀρχὴ μπορεῖ νὰ μοιάζει εὔκολη, ὅμως ἡ τραγωδία περιμένει ἀναπότρεπτη στὸ τέλος. Τὸ δράμα αὐτοῦ τοῦ τέλους μᾶς βασανίζει, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, ὅπως στοὺς παμπάλαιους χοροὺς τοῦ Αἰσχύλου. Ὅσο μένει ἡ ἀνωμαλία, τόσο προχωρεῖ τὸ κακό. Εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς κανένα ἀπολύτως πολιτικὸ δεσμὸ καί, μπορῶ νὰ τὸ πῶ, μιλῶ χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τὸν γκρεμὸ ὅπου μᾶς ὁδηγεῖ ἡ καταπίεση ποὺ κάλυψε τὸν τόπο. Αὐτὴ ἡ ἀνωμαλία πρέπει νὰ σταματήσει. Εἶναι ἐθνικὴ ἐπιταγή. Τώρα ξαναγυρίζω στὴ σιωπή μου. Παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ μὴ μὲ φέρει ἄλλη φορὰ σὲ παρόμοια ἀνάγκη νὰ ξαναμιλήσω».

 Η Χούντα του αφαίρεσε αμέσως τον τίτλο ‘Πρέσβης επί Τιμή’. Ούτε καν έλαβε υπόψη ότι αυτός ο γίγας των Γραμμάτων δόξασε την Ελλάδα έχοντας τιμηθεί με Βραβείο Νόμπελ. Ο ποιητής αναγκάστηκε να ξαναμιλήσει και να ταπεινώσει την Χούντα με το ποίημα «Επί ασπαλάθων» (που το έγραψε στις 21 Μάρτη, 1971). Το παρέδωσε στην εφημ. ‘Βήμα’, με την εντολή να δημοσιευθεί 3 μέρες μετά την ταφή του (23-9-71). Το ποίημα βασίζεται σε μια περικοπή του Πλάτωνα (Πολιτεία 614-6 κ.ε) που αναφέρεται στη μεταθανάτια τιμωρία του τύραννου Αρδιαίου της Παμφυλίας (που, για την εξουσία, σκότωσε τον πατέρα του και τον μεγαλύτερο αδερφό του). Άντρες έδεσαν τον Αρδιαίο και αφού τον έριξαν κάτω, τον έσερναν και τον ξέσκισαν πάνω σε ασπαλάθια.

 

ΕΠΙ ΑΣΠΑΛΑΘΩΝ

 Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη.
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι*
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν
ακόμη…
Γαλήνη.
-Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού
τ’ αυλάκια·*
τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς.
Το βράδυ βρήκα την περικοπή:*
«τον έδεσαν χειροπόδαρα» μας λέει
«τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι».

Για πρώτη φορά στην ιστορία του Ελληνισμού ένα μετά-θάνατο ποίημα, χάρη και στον Πλάτωνα, διαδόθηκε τόσο και ενθουσίασε κι ενθάρρυνε τους καταπιεσμένους Έλληνες. Έξω απ’ τον ναό όπου έγινε η επικήδεια τελετή του, περίπου 3.000 άτομα κραύγαζαν “Δημοκρατία – Ελευθερία”. Αντηχούσαν τη φωνή του ποιητή ενάντια στη Χούντα. Κατά το ‘Associated Press’, η κηδεία του ποιητή Σεφέρη ήταν η πρώτη ευκαιρία για 250.000 Έλληνες να πορευτούν και να εκφραστούν άφοβα εναντίον του χουντικού καθεστώτος. Με την πτώση της Χούντας, στις 22 Ιουλίου 1974, και την επάνοδο της Δημοκρατίας, δικάστηκαν όλα τα στελέχη της Χούντας και καταδικάστηκαν με βαρύτατες ποινές.

Επίλογος

 Στην Ομιλία του Σεφέρη στη Σουηδική Ακαδημία, όταν τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ, αντιφώνησε με λόγια που αφορούσαν την άρση της αδικίας και την τιμωρία των αδίκων: «….‘Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε… Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, (ο Στρατηγός Μακρυγιάννης) γράφει: «…θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε…». Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος• είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα, όσο και η γραπτή…» Λόγια στοχαστικά και προς την Τουρκία και την Αγγλία, που αδίκησαν τον Ελληνισμό. Όποιος αδικεί, τελικά χάνει…ο δε μαχητής-ποιητής συνεχίζει για δίκαια των αδικημένων.

 Δρ Ιωσήφ Σ. Ιωσηφίδης
Επίτιμος Αντιπρόεδρος Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου
τέως Πρόεδρος Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου